Για μια χούφτα… φακή!
π. Γεώργιος Δορμπαράκης
Βγῆκε ἀπό τό σπήλαιο πού ἀσκήτευε καί προχώρησε πρός τό γειτονικό του κελλί, τοῦ ἀββᾶ Ἰάκωβου. Τά λιγοστά του τρόφιμα τελείωναν κι ἔπρεπε νά ἐξασφαλίσει τά τῆς ἐρχόμενης ἑβδομάδας: λίγα παξιμάδια, λίγη φακή, λίγα ἀγριόχορτα. Ἀσκητικός στό ἔπακρο ὁ Ἰσαάκ ζοῦσε μέ ἐλάχιστα, ὅπως ἄλλωστε κι ὅλοι οἱ ἄλλοι Πατέρες πάνω σ’ αὐτό τό εὐλογημένο βουνό πού βρίσκονταν, ἕξι μίλια μακριά ἀπό τήν πόλη Λυκώ τῆς περιοχῆς τῆς Θηβαΐδας τῆς Αἰγύπτου, ἀλλά αὐτά τά ἐλάχιστα ἔπρεπε νά τά ἔχουν. Κι ὁ ἕνας ἐνίσχυε τόν ἄλλον, ὁ ἕνας ἐξυπηρετεῖτο ἀπό τόν ἄλλον.
Τό βουνό ἀπό παλιά εἶχε κατοικηθεῖ ἀπό ἡσυχαστές, πού ἤθελαν νά ἀφιερωθοῦν πλήρως στόν Θεό. Ἄλλοι ἀξιοποίησαν τίς σπηλιές πού ἀπό φυσικοῦ του σχημάτιζε τό βουνό, ἄλλοι ἔφτιαξαν πρόχειρες καλύβες καί κελλιά. Ἔφτιαξαν τελικά μία σκήτη καί στό κέντρο της κατασκεύασαν τόν ναό τους, ἔτσι ὥστε τίς Κυριακές καί κάθε μεγάλη ἑορτή νά συνάζονται καί νά εὐχαριστοῦν καί νά δοξολογοῦν τόν Κύριο. Νυχθημερόν προσεύχονταν στόν Κύριο, ἡ προσευχή ἦταν τό κύριο ἔργο τους, ἐκεῖ ὅμως πού ἔνιωθαν αἰσθητά τήν κοινωνία τους μέ τόν Θεό καί μεταξύ τους ἦταν ὅταν συνάζονταν στόν ναό τους γιά τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἐκεῖ καταλάβαιναν ὅτι ἀποτελοῦν μέλη τοῦ Χριστοῦ, ὅτι εἶναι ἐπίσης ἀλλήλων μέλη, τήν ὥρα μάλιστα πού προσέρχονταν ἐν μετανοία γιά νά λάβουν τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κοινωνημένοι καί ἐνισχυμένοι ἔφευγαν μέ τό τέλος τῆς Λειτουργίας, νιώθοντας τήν ψυχική ἀγαλλίαση ἀπό τή θέα τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ καί τῶν συνασκητῶν τους, χωρίς νά ξεφεύγουν σέ περιττά λόγια καί σέ ἀργολογίες. Ἡ ζωή τους ἔπειτα ἦταν ἡ συνέχεια τῆς θείας Λειτουργίας, ἡ ὁποία γινόταν προσμονή γιά τήν ἑπόμενη καί πάλι σύναξή τους.