Ὥστε να μην τους λείψει τίποτα…

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Η έγνοια μας είναι να μην λείψει κάτι στους ανθρώπους που αγαπούμε. Η έγνοια μας είναι να μην λείψει κάτι σε μας στην σχέση μας με τους άλλους. Τα θέλουμε όλα. Και πολλοί από μας έχουμε την επιθυμία να τα προσφέρουμε όλα. Μέριμνά μας η αυτάρκεια. Ο πολιτισμός μας την εντοπίζει στα υλικά αγαθά. Υπάρχει όμως και η διάσταση της αγάπης. Το αίσθημα ότι είμαστε σημαντικοί για τους άλλους και είναι σημαντικοί για μας. Κι αυτό φαίνεται από το ότι τίποτα δεν θέλουμε να λείπει στις μεταξύ μας σχέσεις.
Το πιο δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε στην ζωή μας είναι ότι είμαστε πλασμένοι για να αγαπούμε και ότι θα θέλαμε να μας αγαπούν. Ο πολιτισμός μας, βάζοντας το ατομικό “εγώ” πιο μπροστά, μας λέει ότι αξίζουμε την αγάπη και όταν δεν την έχουμε είναι μάλλον βέβαιο ότι δεν φταίμε εμείς. Είμαστε πιο ψηλά από τον καθέναν με τον οποίο συναναστρεφόμαστε, για πολλούς λόγους, και κανείς δεν πρέπει να μας περιφρονεί, μη δίδοντάς μας την σημασία ή μη αναγνωρίζοντας την αξία την οποία θεωρούμε ότι έχουμε. Άλλοτε πάλι δεν μας ενδιαφέρει η αγάπη των άλλων. Δεν θέλουμε να μας αγαπούνε, γιατί μέσα μας υπάρχει ένα αίσθημα απαξίωσης του εαυτού μας ή, κάποτε, η ιδέα ότι μπορούμε και χωρίς αυτούς. Σε περιπτώσεις εγωπαθών ανθρώπων είναι αρκετή η αγάπη που τρέφουν οι ίδιοι στον εαυτό τους. Σε περιπτώσεις δειλών ανθρώπων, η αγάπη φοβίζει, διότι μέσα τους αισθάνονται ότι κάπως πρέπει να ανταποδώσουν και δεν μπορούν, όντας τελειομανείς ή ψευτοταπεινοί. Οι περισσότεροι αγωνιζόμαστε κάπως να δούμε την αγάπη στην προοπτική της προσφοράς, να δώσουμε και να χαρούμε ό,τι μπορούμε να πάρουμε, ακόμη κι αν αυτό δεν μας καλύπτει. Η προσφορά είναι στοιχείο του εαυτού μας και δεν μπορούμε παρά να αγαπούμε.
Η πίστη μάς διδάσκει ότι είμαστε πλασμένοι να αγαπούμε και ότι όσο περιθωριοποιούμε αυτό που μας δόθηκε από τον Θεό, τόσο αυταπατόμαστε. Μάς διδάσκει ακόμη ότι καμία έκφραση αγάπης δεν είναι απορριπτέα. Στον ζήλο μας για κριτική του κόσμου τούτου, στον ζήλο μας για πρόταξη μίας, συχνά, άμετρης ασκητικότητας, φαίνεται να απορρίπτουμε τα υλικά αγαθά. Παρότι δεμένοι μ᾽ αυτά, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, κρίνουμε όλους όσους τα θέτουν ως προτεραιότητα. Για την πίστη όμως τίποτε δεν είναι κακό, παρεκτός αν θεοποιείται. Όλα μάς δίδονται για να αγαπούμε και να προσφέρουμε, αρκεί να μην μένουμε σ᾽ αυτά. Ο απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στον μαθητή του Τίτο, του ζητά για δύο κοινούς τους συνεργάτες, οι οποίοι πρόκειται να φύγουν από την Κρήτη όπου βρίσκεται ο Τίτος, να τους δείξει την αγάπη του με τον καλύτερο τρόπο, δηλαδή και με τα υλικά αγαθά: “Ζηνάν τον νομικόν και Απολλώ σπουδαίως πρόπεμψον, ίνα μηδέν αυτοίς λείπει” (Τίτ. 3, 13). “Τον Ζηνά τον νομικό και τον Απολλώ να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ό,τι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην τους λείψει τίποτα”. Δεν θέλει ο Παύλος να στερηθούν οι συνεργάτες του κάτι από τα απαραίτητα για το ταξίδι τους, αλλά να έχουν την άνεση που χρειάζεται για τον δρόμο και τον αγώνα που θα κάνουν.
Ο αποστολικός λόγος αναδεικνύει το ήθος της Εκκλησίας. Κάθε άνθρωπος και σε κάθε περίσταση της ζωής του έχει συγκεκριμένες ανάγκες. Κάθε άνθρωπος έχει τον χαρακτήρα του, τις δυνατότητές του, το περιβάλλον στο οποίο ζει. Έχει, επομένως, ανάγκες, οι οποίες στο υλικό επίπεδο δεν είναι απαραίτητο να είναι ίδιες με των άλλων. Δεν είναι κακό να μην του λείψει κάτι που ανταποκρίνεται στ᾽ αυτές. Δεν είναι κακό να παλέψει να βελτιώσει την ζωή του. Το βλέπουμε και στην ακολουθία του γάμου, όπου η Εκκλησία ζητά από τον Θεό να δώσει στο ζευγάρι “πάσαν αυτάρκειαν”, ώστε να μπορούν να προσφέρουν και σε όσους δεν μπορούν υλικά. Το πρόβλημα είναι η περιχαράκωση στις ανάγκες και τα αγαθά και η θεοποίησή τους. Όταν μπορεί κάποιος να δώσει και δεν το πράττει.