Πορεία από τον «θάνατο» στην Ζωή
Του Αρχιμ. Ιακώβου Κανάκη
Την περίοδο αυτή που διανύουμε οι ευαγγελικές περικοπές που διαβάζουμε είναι από το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο και όχι τυχαία. Ο Λουκάς στο ιερό κείμενό του τονίζει περιστατικά με πτωχούς, ασθενείς, δυσκολεμένους ανθρώπους και έτσι την φθινοπωρινή – χειμερινή περίοδο στην οποία βρισκόμαστε μας καλεί να ευαισθητοποιηθούμε πιο πολύ για όλες αυτές τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, για όλα τα αδέλφια μας πού δυσκολεύονται και χρειάζονται την στήριξή μας με οποιονδήποτε τρόπο . Το Ιερό Κείμενο τονίζει και ωθεί στην φιλανθρωπία.
Στην διάταξη των γεγονότων, όπως τα περιγράφει ο Ευαγγελιστής έχουμε το εξής: Στο 8οκεφάλαιο κάνει πρώτα αναφορά της κατάπαυσης της τρικυμίας, που φανερώνει την δύναμη και εξουσία του επί της θαλάσσης, των ανέμων και γενικότερα της φύσης. Μετά ακολουθεί το θαύμα με την θεραπεία του δαιμονισμένου, στην οποία θα αναφερθούμε, ενώ στην συνέχεια περιγράφει την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου. Παρατηρούμε λοιπόν μια κλιμάκωση από τα σημαντικά και θαυμαστά στα ακόμα υψηλότερα.
Ας δούμε όμως σύντομα και με απλά λόγια τι μας έλεγε το σημερινό ευαγγέλιο. Ο Χριστός βρίσκεται στην απέναντι όχθη της Γαλιλαίας, βγαίνει στην στεριά και εκεί τον συναντά ένας άνδρας ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνιο από πολύ καιρό. Ήταν σε άσχημη κατάσταση. Ρούχα δεν φορούσε και αντί για το σπίτι του έμενε στα μνήματα. Όταν βλέπει μπροστά του τον Χριστό βγάζει μια δυνατή, σπαρακτική φωνή, λέγοντας: «τι δουλειά έχεις εσύ με εμένα; Σε παρακαλώ μην με βασανίσεις». Αυτό το είπε γιατί ο Χριστός το είχε διατάξει να βγει από τον άνθρωπο. Ο Διάβολος τον είχε πολλά χρόνια υπό την εξουσία του και ενώ τον έδεναν με αλυσίδες, τις έσπαγε και πήγαινε στα μνήματα. Έκανε έναν διάλογο ο Χριστός μαζί του. Τον ρώτησε ποιό είναι το όνομά σου; Και του απάντησε « Λεγεών» γιατί δεν ήταν ένας αλλά πάρα πολλοί. Τον παρακαλεί στην συνέχεια ο Δαίμονας να μην τον στείλει στην άβυσσο, αλλά να του επιτρέψει να μπει στα γουρούνια. Μπήκαν λοιπόν εκεί και το κοπάδι έτρεξε προς τον γκρεμό και πνίγηκαν όλα στην λίμνη. Οι βοσκοί είπαν τα γενόμενα στους συμπατριώτες τους και πήγαν όλοι να δουν τον ήδη θεραπευμένο. Είδαν τώρα έναν τελείως διαφορετικό άνθρωπο. Ντυμένο, σωφρονισμένο, ήρεμο, να συναναστρέφεται τους ανθρώπους και μάλιστα να τους εξηγεί το θαύμα που του έγινε. Ο όχλος όμως δεν στάθηκε ευγνώμων στον Χριστό, αλλά αντίθετα φοβισμένοι του ζήτησαν να φύγουν από την περιοχή τους και ο Χριστός αυτό έκανε. Ο θεραπευμένος από το δαιμόνιο του ζήτησε να τον πάρει μαζί Του, να τον ακολουθήσει, αλλά ο Χριστός τον προέτρεψε να γυρίσει στο σπίτι του και να μιλά για το θαύμα που του έκανε ο Θεός. Όντως, αυτό διαλαλούσε σε όλους ο πρώην δαιμονισμένος.
Πολλά είναι τα σημαντικά στοιχεία που μας προσφέρει η Ευαγγελική αυτή περικοπή, θα σταθούμε σε μερικά, συγκεκριμένα σε τρία.
- Θυμηθείτε πού βρισκόταν, πού ζούσε ο δαιμονισμένος άνθρωπος. Έξω από την πόλη λέει το κείμενο! Στα μνήματα, στην ερημιά. Μας παραπέμπει το κείμενο στην Γένεση, τότε πού η Εύα έμεινε μόνη. Τότε την πλησίασε ο πειρασμός όταν ήταν μόνη της. Μια ερημιά έζησε μετά την πτώση της. Όμως αυτή είναι μοναξιά αποκρουστική, πραγματικός τόπος των δαιμόνων. Μια ερημιά μοναξιάς, απογοήτευσης και απόγνωσης χαρακτηρίζει τον τόπο αυτό, την κατάσταση αυτή. Αυτό προσφέρει ο διάβολος τονίζοντας και διογκώνοντας τα ανθρώπινα πάθη. Υπάρχει όμως και μια άλλη εκούσια ερημιά πού είναι καρπός του αγίου Πνεύματος. Είναι η ερημιά πού δίνει χαρά στον πιστό άνθρωπο, ο οποίος την επιδιώκει. Είναι ο χώρος του ασκητή πού χύνει ιδρώτα στην προσευχή του, αλλά είναι και η ησυχία που μπορεί να βρει ο κάθε πιστός εσωτερικά μέσα του, με δυσκολία βέβαια, στο « ταμείο» του, στο δωμάτιο του, στο χώρο του. Είναι παραγωγικές πνευματικές ώρες αυτές πού νιώθεις χαρά και αγαλλίαση. Νιώθεις ότι δεν είσαι μόνος, υπάρχουν γύρω σου ο Χριστός, η Παναγία, οι άγιοι και οι άγγελοι. Δεν έχεις εκείνες τις ώρες φόβο, απόγνωση, απογοήτευση, αλλά εμπιστοσύνη και ελπίδα. Μάλιστα, σαν τον θεραπευμένο της Περικοπής, θέλεις γι’ αυτό να μιλήσεις, να το μοιραστείς και να χαρούν και άλλοι με αυτήν την «ησυχία» . Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο πού ήθελα να σταθούμε. Η μεγάλη αντίθεση μεταξύ των χώρων και των καταστάσεων του Θεού και του Διαβόλου.
- Ένα δεύτερο στοιχείο είναι η διακριτική αλλά και δυναμική παρουσία του Θεού στην ζωή των ανθρώπων. Τον βλέπουμε να νοιάζεται για τον δαιμονισμένο αν και ο ίδιος τον είχε διώξει από την ζωή του. Γνωρίζει όμως ότι είναι δικό του πλάσμα και δεν θέλει να βρίσκεται στην « δικαιοδοσία» KAIKATOXHάλλου. Προσέξτε στάση του Χριστού. Τον έδιωξαν οι Γαδαρηνοί και εκείνος έφυγε, όμως επιτρέψτε μου, « κοιτούσε»μήπως και τον ξανακαλέσουν, μήπως ανακαλέσουν την γνώμη τους. Έτσι τον βλέπουμε και στην παραβολή του Ασώτου Υιού ή καλύτερα του Σπλαχνικού Πατέρα, αναμένει στην πόρτα την έλευση του παιδιού του, «πού ήταν νεκρό και ανέζησε» . Ξέρετε ποια είναι η πιο εκφραστική πρόταση για την μέριμνα, την αγάπη αυτή του Χριστού για το πλάσμα Του, για όλους μας; Αυτό πού ψάλλουμε στο προκείμενο του Εσπερινού: « Το έλεος σου Κύριε καταδιώξει με, πάσας τας ημέρας της ζωής μου». Αυτό! Ισχύει ακόμα και όταν αρνηθείς τον Χριστό! Αναμένει πότε θα επιστρέψεις. Ο Χριστός είναι ένα συνεχές κάλεσμα αγάπης κοινωνίας μαζί Του.
- Και το τελευταίο σημείο που θα ήθελα να σταθούμε είναι το πριν και το μετά του δαιμονισμένου. Γυμνός ήταν όπως ο Αδάμ μετά την πτώση. Κατάλαβαν οι πρωτόπλαστοι μετά το αμάρτημά τους, λέει η Γένεση, ότι ήταν γυμνοί, δηλαδή χωρίς την χάρη Θεού. Έδιωξαν από επάνω τους την θεία αυτή προστασία και παρουσία και τότε κατάλαβαν ότι ήταν γυμνοί. Αυτό έγινε στον δαιμονισμένο στην πόλη των Γαδαρηνών, αυτό γίνεται και στις μέρες μας εν πολλοίς. Άνθρωποι ζωντανοί νεκροί, χωρίς Χριστό, χωρίς χάρη και χαρά. Ανασφαλείς και μόνοι ανάμεσα- τι οξύμωρο- σε πλήθος συνανθρώπων τους. Όπως ο θεραπευμένος, ζουν σε μεγάλη ανασφάλεια και πανικό. Αυτή είναι η σημερινή κοινωνία. Έρχεται όμως για τον καθένα, υπάρχει… Υπάρχει μια στιγμή που γνωρίζεις και συναντάς τον Χριστό και όλα αλλάζουν. Γεννιέσαι και πάλι! Αλλάζεις! Γεμίζεις με χαρά, και μόνο η παρουσία Του σου αλλάζει την διάθεση. Έχεις όρεξη και κέφι. Νιώθεις ότι ζεις πραγματικά, νιώθεις επίσης πόσο νεκρός ήσουν. Ζεις μια πορεία από τον θάνατο στην ζωή! Είσαι « ντυμένος» πια, σωφρονισμένος, φοράς « τον θώρακα της Πίστεως και της Ελπίδος» . Ζεις το σήμερα, αλλά ζεις και τα έσχατα. Αυτήν την « κοινωνία» προτείνει η Εκκλησία σήμερα και πάντοτε, πού είναι ικανή να μεταμορφώσει όλο τον κόσμο και τον καθένα μας ξεχωριστά.