Εκδήλωση για τους Ελλαδίτες θύματα του Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959

Την Κυριακή 23 Απριλίου 2017 στο θέατρο του Ιδρύματος «Μιχάλης Κακογιάννης» στην Αθήνα, πραγματοποιήθηκε εκδήλωση μνήμης και τιμής προς τις οικογένειες των φονευθέντων στην παλλαϊκή διαδήλωση διαμαρτυρίας της 9ης Μαΐου 1956 στην Αθήνα κατά της απόφασης εκτέλεσης δι᾽ απαγχονισμού των ηρώων του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ Μιχαλάκη Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου.

Την εκδήλωση οργάνωσαν το Συμβούλιο Ιστορικής Μνήμης Αγώνα ΕΟΚΑ 1955-1959 (Σ.Ι.Μ.Α.Ε.), οι Σύνδεσμοι Αγωνιστών ΕΟΚΑ 1955-1959, η Πρεσβεία της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Ένωση Κυπρίων Ελλάδας (Ε.Κ.Ε.) και το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.

Κεντρικός ομιλητής ήταν ο Φιλόλογος, Ιστορικός Ερευνητής, Λυκειάρχης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Σ.Ι.Μ.Α.Ε. κ. Δημήτρης Ηρ. Ταλιαδώρος.

Η βραδιά περιελάμβανε συναυλία με τίτλο: «Καιρών και Ηρώων Μνήμη».

Ακολουθεί η ομιλία του κ. Δημ. Ταλιαδώρου:

«Με ιδιαίτερη συγκίνηση, κατά τον φετινό εορτασμό της 1ης Απριλίου 1955 στο στάδιο Ελευθερία – «Τάσσος Παπαδόπουλος» της Λευκωσίας, ακούσαμε για πρώτη φορά στο προσκλητήριο των πεσόντων κατά τον Αγώνα της ΕΟΚΑ τα ονόματα και των τεσσάρων Ελλαδιτών αδελφών μας που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας στην Αθήνα για τον απαγχονισμό από τους Βρετανούς των Μιχαλάκη Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου, τον Μάιο του 1956.

Απόψε η Κυπριακή Δημοκρατία δια της εδώ Πρεσβείας της, οι οργανωμένοι φορείς των Αγωνιστών της ΕΟΚΑ, οι Κύπριοι των Αθηνών και το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης τιμούν τη μνήμη των φονευθέντων κατά την 9η Μαΐου 1956 στους δρόμους των Αθηνών. Ευχαριστούμε τους οργανωτές για την τιμητική ανάθεση σε εμάς της παρούσας ομιλίας. Η συγκίνησή μας είναι ιδιαίτερη, γιατί μια εισήγηση που είχαμε κάνει πριν 18 χρόνια απόψε γίνεται πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, το 1999 είχαμε υποδείξει προς το Συμβούλιο Ιστορικής Μνήμης Αγώνα ΕΟΚΑ, ότι: «Χρέος της Κυπριακής Πολιτείας είναι να τιμήσει με τον αρμόζοντα τρόπο τους τέσσερις νεκρούς των Αθηνών, οι οποίοι έχασαν την ζωή τους στους δρόμους της ελληνικής πρωτεύουσας αγωνιζόμενοι για το αίτημα της απελευθέρωσης της ελληνικής Κύπρου».

Ο αγώνας της ΕΟΚΑ αποτελεί μια από τις λαμπρότερες και ενδοξότερες σελίδες της πολύχρονης και πολυκύμαντης ιστορίας της Κύπρου, και μια εποποιία που η Κύπρος είχε να δει από τα χρόνια του Ονήσιλου και του Ευαγόρα. Επί τέσσερα χρόνια η γενιά του ’55 έγραφε σελίδες άφθαστου ηρωισμού, αυτοθυσίας και εθνικού μεγαλείου, και ανέδειξε τον Αγώνα ως την κορυφαία στιγμή της σύγχρονης ιστορίας του Κυπριακού Ελληνισμού.

Η «ελλαδική πτυχή» του Αγώνα της ΕΟΚΑ – η συμβολή, δηλαδή, του Ελληνικού Λαού και ιδιαίτερα των νέων του στο κυπριακό απελευθερωτικό Κίνημα – δυστυχώς δεν έχει ερευνηθεί συστηματικά, ούτε από την ελλαδική ούτε και από την κυπριακή ιστορική βιβλιογραφία. Υπάρχει πράγματι ένα ιστοριογραφικό κενό.

Μπορεί ο Κυπριακός Ελληνισμός να κατέγραφε  επί 1439 μέρες και νύκτες στις Κεντρικές Φυλακές, στα Κρατητήρια, στα Ανακριτήρια και στις βουνοκορφές του Τροόδους και του Πενταδακτύλου σελίδες λεβεντιάς και αυτοθυσίας, αλλά παράλληλα και ο Μητροπολιτικός Ελληνισμός στάθηκε έμπρακτα στο πλευρό των αγωνιζομένων Κυπρίων. Σύσσωμος ο ελλαδικός Ελληνισμός – από τη Φλώρινα ως την Κρήτη και από τη Ρόδο ως την Αλεξανδρούπολη – αγκάλιασε και στήριξε τον κυπριακό Αγώνα.

Είναι ιστορικά διαπιστωμένο ότι τα νιάτα παίζουν πάντοτε πρωταγωνιστικό ρόλο στους εθνικούς αγώνες. Οι νέοι, με τον δυναμισμό και το πάθος που τους διακρίνει, είναι οι πρώτοι που εμπνέονται, και γίνονται η κινητήρια δύναμη των εθνικών αγώνων και ο καθοριστικός παράγοντας της επιτυχίας τους.

Ο ρόλος τον οποίο διαδραμάτισε ο κυπριακός απελευθερωτικός αγώνας του ΄55-΄59 στη διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης της ελλαδικής νεολαίας ήταν σημαντικός, και τον επισημαίνει εύστοχα ο αείμνηστος Γεώργιος Παπανδρέου σε ομιλία του στη Βουλή των Ελλήνων, στις 10 Απριλίου 1956:

 «Βεβαίως,» έλεγε ο Γ. Παπανδρέου, «σκληρά είναι η δοκιμασία της Κύπρου η οποία μάχεται. Και ολόκληρος όμως η Ελλάς δοκιμάζεται. Αλλ’ επιθυμώ να προσθέσω ότι από αυτήν την ψυχικήν δοκιμασίαν έχει αντληθή και μεγάλον ψυχικόν όφελος. Διότι εις μιαν εποχήν πεζήν και υλιστικήν έχει πνεύσει άνεμος ιδεαλισμού εις την ψυχήν της ελληνικής νεότητος. Το θέμα της Κύπρου θερμαίνει σήμερον τας καρδίας των νέων μας, όπως άλλοτε η μεγάλη ιδέα εθέρμαινε τας καρδίας των Ελλήνων. Από την Κύπρον μας ήλθε η πνοή της μεγάλης ιδέας της ελευθερίας. Και είμεθα ευγνώμονες ότι με την ιδέαν αυτήν πάλλεται η καρδιά της νεότητος». 

Στη δεκαετία του 1950 τα Πανεπιστήμια των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης μεταβλήθηκαν σε πραγματικούς προμαχώνες του αγώνα για τη λευτεριά και την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.

Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 το ελλαδικό φοιτητικό κίνημα είχε ενστερνιστεί το αίτημα των Κυπρίων για ελευθερία και εθνική ολοκλήρωση. Πρωτοπόρο στην προβολή των εθνικών δικαίων των Κυπρίων υπήρξε το φοιτητικό κίνημα της Θεσσαλονίκης. Καθοριστικό ρόλο στην εθνική αφύπνιση διαδραμάτισε ο Κυριάκος Μάτσης, φοιτητής την περίοδο 1946-1952 στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Ο Μάτσης, με τη ρητορική δεινότητά του, αλλά και με τη μαχητικότητα και το πάθος που τον διέκρινε, κατόρθωσε να καταστήσει το φοιτητικό κίνημα πρωτεργάτη στην προβολή του ενωτικού αγώνα των Κυπρίων. Ο σπόρος αυτός ρίζωσε, και στη δεκαετία του 1950 το ελλαδικό φοιτητικό κίνημα έγινε το κύριο στήριγμα του κυπριακού απελευθερωτικού αγώνα μέσα στο Ελληνικό κράτος.

Γεγονότα όπως: η εξορία των Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, Μητροπολίτη Κερύνειας Κυπριανού, Παπάσταυρου Παπαγαθαγγέλου και Πολύκαρπου Ιωαννίδη τον Μάρτιο του 1956, ο απαγχονισμός των Καραολή και Δημητρίου τον Μάιο του 1956, ο απαγχονισμός του Παλληκαρίδη τον Μάρτιο του 1957, οι βανδαλισμοί των Τούρκων στην Κύπρο το 1958 κ. ά., είχαν συνταράξει ολόκληρη την Ελλάδα και είχαν ξεσηκώσει παλλαϊκές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Η θυελλώδης διαδήλωση στην Αθήνα, που ακολούθησε τη γνωστοποίηση της εξορίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό 72 ατόμων (55 διαδηλωτών και 17 αστυνομικών). Στις αντίστοιχες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας που πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη τραυματίστηκαν 118 πρόσωπα, από τα οποία οι 34 ήταν φοιτητές και μαθητές, και οι 84 χωροφύλακες και στρατιώτες, ενώ το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο ανέστειλε τη λειτουργία του για πέντε μέρες.

Η αγανάκτηση της φοιτητικής και μαθητικής νεολαίας είχε μετατρέψει την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο αλλά και άλλες ελλαδικές πόλεις σε πεδία μάχης. Η Αγγλική Πρεσβεία των Αθηνών και τα Αγγλικά Προξενεία της Θεσσαλονίκης, του Ηρακλείου και της Πάτρας είχαν γίνει οι στόχοι της αγανάκτησης της Ελληνικής νεολαίας, που έβλεπε τους χθεσινούς συμμάχους να καταπιέζουν 500,000 αδέλφια και να τους στερούν το δικαίωμα της λευτεριάς.

Απόψε οφείλουμε να μνημονεύσουμε ιδιαίτερα τους δύο πρωτομάρτυρες της αγχόνης των Κεντρικών Φυλακών της Λευκωσίας, η θυσία των οποίων προκάλεσε πρωτοφανείς αντιδράσεις και την εξέγερση του συνόλου του Ελληνισμού.

Ο Μιχαλάκης Καραολής γεννήθηκε στην ηρωοτόκο κοινότητα του Παλαιχωρίου στις 13 Φεβρουαρίου του 1933. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και στη συνέχεια αποφοίτησε από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας. Εργάστηκε ως κυβερνητικός υπάλληλος στο Τμήμα του Φόρου Εισοδήματος. Ήταν επίσης αθλητής των δρόμων ταχύτητας και μέλος του σωματείου ΑΠΟΕΛ. Ο Καραολής εντάχθηκε στις τάξεις της ΕΟΚΑ πριν την έναρξη του Αγώνα, στην ομάδα του ομοχώριού του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη. Εργάστηκε στο τμήμα πληροφοριών της Οργάνωσης, στη μεταφορά και απόκρυψη οπλισμού, και ανέλαβε βομβιστικές επιθέσεις εναντίον των Άγγλων σε καίρια σημεία της Λευκωσίας. Στη συνέχεια εντάχθηκε στην πρώτη ομάδα εκτελεστικού της Λευκωσίας. Στις 28 Αυγούστου 1955 ο Μιχαλάκης Καραολής  ανέλαβε με τον συναγωνιστή του Ανδρέα Παναγιώτου την εκτέλεση  αστυνομικού, στενού συνεργάτη των Άγγλων. Ο Παναγιώτου διέφυγε, ενώ ο Καραολής καταζητήθηκε και συνελήφθηκε καθώς μεταφερόταν στην περιοχή Κερύνειας προκειμένου να ενωθεί με την ομάδα του Γρηγόρη Αυξεντίου. Προσήχθηκε  στο δικαστήριο, και στις 28 Οκτωβρίου 1955 σε μια δίκη-παρωδία καταδικάστηκε σε θάνατο, παρόλο που η σφαίρα που σκότωσε τον συνεργάτη των Άγγλων προερχόταν από το όπλο του Παναγιώτου και παρόλο που αυτό το γνώριζαν και οι Άγγλοι.

Ο άλλος πρωτομάρτυρας της αγχόνης Ανδρέας Δημητρίου γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Μάμας της Επαρχίας Λεμεσού στις 18 Σεπτεμβρίου 1934. Αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο της κοινότητάς του και στη συνέχεια φοίτησε στο Νυκτερινό Γυμνάσιο Αμμοχώστου. Εργάστηκε αρχικά σε κατάστημα κυνηγετικών ειδών και μετά στον Αγγλικό Στρατό. Υπήρξε Γραμματέας της Συντεχνίας των Αχθοφόρων της ΣΕΚ στην Αμμόχωστο. Η δράση του Ανδρέα Δημητρίου στην ΕΟΚΑ ήταν πολυσήμαντη. Μια από τις επιχειρήσεις στις οποίες πρωταγωνίστησε ήταν και η αρπαγή, τον Δεκέμβριο του 1955, όπλων από τις στρατιωτικές αποθήκες του λιμανιού της Αμμοχώστου, στις οποίες εργαζόταν. Η επιχείρηση πέτυχε απόλυτα, η ΕΟΚΑ ενισχύθηκε σημαντικά και ο Αρχηγός Διγενής εξέφρασε στον Δημητρίου πλήρη ικανοποίηση για την επιτυχία του. Στις 28 Νοεμβρίου 1955 ο Δημητρίου επιχείρησε να εκτελέσει στην Αμμόχωστο τον πράκτορα της αγγλικής Ιντέλιτζενς Σέρβις, Σίντνεϊ Τέιλορ. Παρόλο που κατόρθωσε να τον τραυματίσει, κατά την επιχείρηση συνελήφθηκε από τους φρουρούς του Βρετανού πράκτορα, γιατί το όπλο του υπέστη εμπλοκή.

Οι δύο ήρωές μας αντιμετώπισαν την αγχόνη με αξιοθαύμαστη λεβεντιά. Ο Μιχαλάκης Καραολής κατά τη διάρκεια της κράτησής του ανέφερε τα παρακάτω σ’ ένα γράμμα προς τους φίλους του: «Τα ελληνόπουλα δεν ξέρουν μόνο πώς πρέπει να ζουν. Ξέρουν και πώς να πεθαίνουν και πώς την πατρίδα να τιμούν». Του Ανδρέα Δημητρίου τα τελευταία λόγια προς τη μάνα του Ευδοκία ήταν: «Το μόνο που λυπούμαι είναι που δεν θα προλάβω να δω την Κύπρο μας ελεύθερη». Και η απάντηση της περήφανης Ελληνίδας μάνας ήταν: «Στο καλό, γιε μου, και να έχεις θάρρος ως το τέλος.»

Ο Μιχαλάκης Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου στάθηκαν περήφανα έχοντας απέναντί τους το σχοινί της αγχόνης και βλέποντας κατάματα τον θάνατο να έρχεται με τον πιο βάναυσο τρόπο. Ο φόβος τους νικήθηκε από  την περηφάνεια τους. Ήρεμοι και με δυνατή φωνή έψαλαν αγέρωχοι τον Εθνικό Ύμνο. Με τις εκτελέσεις αυτές ο αιμοσταγής Άγγλος Κυβερνήτης της Κύπρου Σερ Τζων Χάρντινγκ ήθελε να δείξει ότι η Βρετανία ήταν αποφασισμένη να διατηρήσει την κυριαρχία της στην Κύπρο, πατάσσοντας κάθε αντίσταση του Κυπριακού Ελληνισμού.  Το ψυχικό σθένος, όμως, και η ελληνική παλληκαριά που επέδειξαν οι Καραολής και Δημητρίου ανεβαίνοντας απτόητοι στο ικρίωμα της αγχόνης, ανύψωσαν το γόητρο της ΕΟΚΑ και δημιούργησαν ηρωικό προηγούμενο για τους υπόλοιπους αγωνιστές.

 

Ήδη από τη μέρα της καταδίκης σε θάνατο του Μιχαήλ Καραολή προκλήθηκε στην Ελλάδα τεράστια αγανάκτηση και ξεσηκωμός. ΄Οταν τον Νοέμβριο του 1955 απορρίφθηκε η έφεση του Καραολή, η Εταιρεία Ελληνικών Σπουδών, που είχε έδρα της την Αθήνα, ανέλαβε πανελλήνια σταυροφορία για να αποτραπεί η εκτέλεσή του. Η σταυροφορία αφορούσε τη συγκέντρωση υπογραφών από ενήλικες ΄Ελληνες και Ελληνίδες, και η επιτυχία της στηρίχθηκε σε συνεργεία που προσέφεραν το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων, το Σώμα Ελληνίδων Οδηγών και οι μαθητές των Κατηχητικών Ομάδων. Η εκστρατεία ξεκίνησε στις 15 Νοεμβρίου 1955 και κράτησε δέκα μέρες. Το αποτέλεσμά της ήταν ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς συγκεντρώθηκαν 1.642.688 υπογραφές. Στη Θεσσαλονίκη οι νεαροί πρόσκοποι κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν 169.802 υπογραφές, δηλαδή εξασφάλισαν την υπογραφή περίπου του 70% των Θεσσαλονικέων που είχαν δικαίωμα να υπογράψουν.

Οι εκδηλώσεις αγανάκτησης του Ελληνικού λαού για τον επικείμενο απαγχονισμό των Καραολή και Δημητρίου κορυφώθηκαν στην ελληνική πρωτεύουσα στις 9 Μαΐου 1956, παραμονή της εκτέλεσης των δύο αγωνιστών της κυπριακής ελευθερίας. Η καταδίκη των δύο νέων, των οποίων το μόνο έγκλημα ήταν ότι αγωνίζονταν για την λευτεριά της πατρίδας τους, προκάλεσε πανελλήνιο ξεσηκωμό. Χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Ομονοίας και φώναζαν συνθήματα για την Κύπρο. Κατά τις 4 το μεσημέρι, αφού τελείωσε η ομιλία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δωρόθεου, προέδρου της Πανελλήνιας Επιτροπής Ενώσεως Κύπρου, χιλιάδες διαδηλωτές κινήθηκαν προς τις οδούς Σταδίου και Πανεπιστημίου, πορευόμενοι προς τη Βρετανική Πρεσβεία στο Κολωνάκι. Φτάνοντας στην οδό Πεσμαζόγλου συνάντησαν ισχυρή αστυνομική δύναμη, που είχε εντολή να εμποδίσει τους διαδηλωτές να πλησιάσουν τις ξένες πρεσβείες. Στη συμβολή των οδών Σταδίου και Πεσμαζόγλου οι διαδηλωτές ανακόπηκαν από τους αστυνομικούς, και ακολούθησαν ισχυρές συγκρούσεις μεταξύ αστυνομικών και διαδηλωτών. Οι διαδηλωτές επιτέθηκαν στους αστυνομικούς με καδρόνια και πλακάτ που κρατούσαν, και οι αστυνομικοί τους χτυπούσαν με τα γκλοπ. Οι εκατέρωθεν επιθέσεις έγιναν ακόμα πιο βίαιες όταν οι διαδηλωτές άρπαξαν τούβλα από την Τράπεζα που ήταν υπό κατασκευή στην οδό Πεσμαζόγλου, και τα πέταξαν προς τους αστυνομικούς, τραυματίζοντας τον Διευθυντή της Αστυνομίας. Προς στιγμήν οι διαδηλωτές κατάφεραν να ξεφύγουν από την αστυνομία και κατευθύνθηκαν προς τα γραφεία της Αμερικάνικης Υπηρεσίας Πληροφοριών, τα οποία και κατέστρεψαν. Η απάντηση της Αστυνομίας ήταν άμεση, καθώς μέλη της κτυπούσαν και τραυμάτιζαν πολλούς διαδηλωτές  και πυροβολούσαν προς το μέρος τους. Κανείς δεν πίστευε ότι οι σφαίρες ήταν πραγματικές, ενώ οι περισσότεροι θεώρησαν ότι ήταν πυροβολισμοί εκφοβισμού.

Ο απολογισμός των αιματηρών συγκρούσεων στο κέντρο των Αθηνών ήταν τραγικός. Συνολικά τραυματίστηκαν 189 άτομα (59 αστυνομικοί και 130 φοιτητές και μαθητές). Το τραγικότερο όμως είναι ο θάνατος τεσσάρων Ελλαδιτών αδελφών, των οποίων η θυσία ήλθε να προστεθεί στον μακρύ κατάλογο όσων έπεσαν για την ιερή υπόθεση της κυπριακής απελευθέρωσης. Ακριβώς στη διασταύρωση των οδών Σταδίου και Πεσμαζόγλου άφησαν την τελευταία τους πνοή τρεις πολίτες και ένας αστυνομικός. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έχασαν τη ζωή τους δεν έχουν διευκρινιστεί πλήρως, καθότι υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις. Η τότε Αντιπολίτευση θεώρησε υπεύθυνη την Αστυνομία και ζήτησε την παραίτηση της Ελληνικής Κυβέρνησης. Η ίδια η Αστυνομία υποστήριξε ότι έκαμε μεν χρήση πυροβόλων όπλων προς εκφοβισμό των διαδηλωτών, αλλά οι δολοφονικές σφαίρες προέρχονταν από όπλα μικρότερου διαμετρήματος από αυτά που είχαν στη διάθεσή τους οι αστυνομικές δυνάμεις.

Η θέα των νεκρών άλλαξε άρδην το σκηνικό. Σύμφωνα με τον τύπο της εποχής: «Οι αστυνομικοί ηναγκάσθησαν να σταματήσουν και εντός ολίγων λεπτών τα πράγματα έλαβον μιαν εντελώς παράδοξον τροπήν. Αστυνομικοί και διαδηλωταί, οι οποίοι μέχρι της στιγμής εκείνης εμάχοντο λυσσωδώς εναντίον αλλήλων  έδωσαν τας χείρας και ήρχισαν να ζητωκραυγάζουν μαζί υπέρ της ενώσεως, εκφράζοντες επίσης από κοινού την αγανάκτησίν των δια το σχεδιαζόμενον έγκλημα [τον απαγχονισμό των Καραολή-Δημητρίου]».

Οι τέσσερεις νεκροί ήταν οι: Ιωάννης Κωνσταντόπουλος ετών 28 από το χωριό Ράδος της Τρίπολης, Φραγκίσκος Νικολάου ετών 33 από τον Πειραιά, Ευάγγελος Γεροντής ετών 28 από τον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου και ο αστυνομικός Κωνσταντίνος Γιαννακούρης από το Ευπάλιο Δωρίδας.

Η Κυπριακή Πολιτεία έχει ήδη κατατάξει τους τέσσερις νεκρούς ανάμεσα στα θύματα του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ. Στον τότε ελλαδικό τύπο δημοσιεύθηκαν οι πιο κάτω πληροφορίες για τους τέσσερις πεσόντες:

 

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΕΡΟΝΤΗΣ

Ο Ευάγγελος Γεροντής γεννήθηκε το 1928 στον ΄Αγιο Νικόλαο του Νομού Λασιθίου της Κρήτης. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της Ελλάδας έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Μετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής του θητείας εργάστηκε στο εμπόριο και στην έκδοση βιβλίων. Είχε αναλάβει την ευθύνη για την προστασία της πολυμελούς οικογένειάς του, η οποία αποτελείτο από τους γονείς του, τις τρεις ανύπαντρες αδελφές του και έναν μικρότερο αδελφό.

Ο Γεροντής, σύμφωνα με την έκθεση του ιατροδικαστή, έφερε «τυφλόν τραύμα εις την δεξιάν οπίσθιαν μασχαλικήν γραμμήν, διαμπερές εις τον πνεύμονα, και τραύμα της καρδιακής χώρας».

Στην κηδεία του Γεροντή, που έγινε στις 10 Μαΐου 1956 στο Γ΄ Νεκροταφείο Νικαίας, δεν κατέστη δυνατόν να παραστούν οι γονείς του, γιατί οι ΄Αρχές επέσπευσαν την τελετή. Στον τάφο του κατατέθηκαν στεφάνια από τον Δήμαρχο Νικαίας και τους Εκδότες, με τις εξής επιγραφές: «Ο Δήμος Νικαίας στα θύματα του Κυπριακού Αγώνος» και «Στον πεσόντα ήρωα της λευτεριάς της Κύπρου Βαγγέλη Γεροντή». Οι επιγραφές αυτές καταδεικνύουν ότι ο ελληνισμός είχε από την πρώτη στιγμή συνειδητοποιήσει τη σημασία της θυσίας των τεσσάρων νεκρών των Αθηνών.

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

Ο Ιωάννης Κωνσταντόπουλος καταγόταν από το χωριό Ράδο της Τρίπολης και γεννήθηκε το 1935.

Κατά τη νεκροψία διαπιστώθηκε ότι «έφερε τυφλόν τραύμα με είσοδο εκ της οπισθίας δεξιάς θωρακικής χώρας παρά τη σπονδυλικήν στήλην και με τρώσιν της αορτής».

Ο Κωνσταντόπουλος τάφηκε δίπλα από τον Γεροντή στο Γ΄ Νεκροταφείο Νικαίας. Στην κηδεία του παραβρέθηκε μόνο ο δεκαεπτάχρονος αδελφός του, γιατί ο διοικητής της Χωροφυλακής επέμενε να τελεστεί η κηδεία χωρίς να αναμένεται η άφιξη από την Τρίπολη των γονιών και των δύο αδελφών του.

 

ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Ο Φραγκίσκος Νικολάου καταγόταν από τον Πειραιά και εργαζόταν ως μηχανικός στους Σιδηροδρόμους του Ελληνικού Κράτους. Στο πτώμα του Νικολάου δεν ευρέθησαν σφαίρες, γιατί το θανατηφόρο τραύμα ήταν διαμπερές «με είσοδον εις τον δεξιόν μέρος του τραχήλου και τρώσιν αμφοτέρων των καρωτίδων» .

Ο Νικολάου τάφηκε στις 10 Μαΐου 1956 στο Νεκροταφείο Αναστάσεως του Πειραιά. Ο Δήμος Πειραιά τιμώντας τη θυσία του «παρεχώρησε δωρεάν τάφο». Στον επικήδειο λόγο του ο Δήμαρχος Πειραιά Δημήτριος Σαπουνάκης ανέφερε μεταξύ άλλων: «Η Κύπρος σήμερα θρηνεί τον Καραολή και τον Δημητρίου και ο Πειραιάς τον Φραντζέσκο Νικολάου».  Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας των Αθηνών «Αυγή», 19.5.1956, ο Νικολάου ανήκε στην εθνικόφρονα παράταξη.

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ

Ο Κωνσταντίνος Γιαννακούρης υπηρετούσε στο Αστυνομικό Σώμα, όπου είχε καταταγεί το 1945, και καταγόταν από το Ευπάλιο Δωρίδας.

Ο Γιαννακούρης τραυματίστηκε στη διαδήλωση της 9ης Μαΐου 1956 και υπέκυψε στα τραύματά του αργότερα στο Νοσοκομείο. Τάφηκε στις 19 Μαΐου 1956 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών και είναι η μόνη κηδεία στην οποία αντιπροσωπεύθηκε η Ελληνική Κυβέρνηση, από τον τότε Υπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Τσάτσο και τον υφυπουργό Δημοσίας Τάξεως.

 

΄Οπως ανέφερε στη Βουλή των Ελλήνων ο Υπουργός Εσωτερικών Δημήτριος Μακρής, «κατά σύμπτωσιν ο εις [νεκρός] ήτο εθνικόφρων και ο άλλος κομμουνιστής εις το παρελθόν». Ενωμένος και σύσσωμος λοιπόν ο ελληνικός λαός – δεξιοί και αριστεροί – στάθηκε στο πλευρό των αγωνιζόμενων Κυπρίων. Το γεγονός ότι οι τέσσερις νεκροί προέρχονταν από αντίθετες, τότε, πολιτικές παρατάξεις της Ελλάδας καταδεικνύει ότι ο επικός Αγώνας της ΕΟΚΑ  αγκαλιάστηκε από το σύνολο του ελληνικού λαού, ασχέτως πολιτικής ή κομματικής τοποθέτησης. Οι τέσσερις νεκροί των Αθηνών εκφράζουν την έμπρακτη συμπαράσταση και ταύτιση ολόκληρου του Μητροπολιτικού Ελληνισμού με τον αγωνιζόμενο τότε για ελευθερία και ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα Κυπριακό Ελληνισμό.

Παράλληλα με αυτά που γίνονταν στην Αθήνα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας εκείνης παλλαϊκές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας οργανώνονταν και στη Θεσσαλονίκη. Δεκαπέντε άτομα τραυματίστηκαν στις συμπλοκές που έγιναν στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, μεταξύ των οποίων και ένας εντεκάχρονος μαθητής, που πληγώθηκε από εξοστρακισθείσα σφαίρα πυροβόλου όπλου την ώρα που οι Δυνάμεις Ασφαλείας πυροβολούσαν στον αέρα για να εκφοβίσουν τους διαδηλωτές. Η Αστυνομία κατά τη διάρκεια των επεισοδίων συνέλαβε και οδήγησε ενώπιον του Αυτόφωρου Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης δώδεκα νεαρά άτομα, με τις κατηγορίες της πρόκλησης σωματικής βλάβης και της περιύβρισης αρχής. Ακόμη και ο ίδιος ο εισαγγελέας τόνισε στην αγόρευσή του: «Δεν είναι δυνατόν η ελληνική δικαιοσύνη  να καταδικάση τους νέους, οι οποίοι εξεδήλωσαν τον πόνον των, δια τα μαρτύρια τα οποία υφίστανται οι Κύπριοι αδελφοί μας και καθ’ ον χρόνον η Ελλάς ολόκληρος είναι βυθισμένη εις το πένθος». Η ελληνική δικαιοσύνη απήλλαξε όλους τους κατηγορούμενους από τις κατηγορίες είτε λόγω αμφιβολιών είτε λόγω πλήρους συγχύσεως των κατηγορουμένων.

 

Υπάρχουν αναρίθμητα γεγονότα, πολλά από τα οποία είναι ιδιαίτερα συγκινητικά, τα οποία κάνουν φανερό το έντονο ενδιαφέρον και τη συμπαράσταση της ελλαδικής νεολαίας στην αγωνιζόμενη Κύπρο. Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις του εντεκάχρονου μαθητή του Β΄ Δημοτικού Σχολείου Θεσσαλονίκης, που απέστειλε τα λεφτά του κουμπαρά του στη μητέρα του Μιχαλάκη Καραολή, καθώς και των δεκάδων Ελλαδιτών νέων που προσφέρθηκαν να πάρουν τη θέση του στην αγχόνη. Το αναμφισβήτητο είναι ότι ο αγώνας της ΕΟΚΑ – μετά την τραγική περίοδο του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου – συγκίνησε και γέμισε δύναμη και ζωή το ελλαδικό φοιτητικό κίνημα, ενώ ενέπνευσε και πάλι στην ελλαδική νεολαία ιδανικά και πίστη στις εθνικές αξίες.

Μια άλλη εκδήλωση της συμπαράστασης των Ελλήνων του εθνικού κορμού προς τους αγωνιζόμενους ΄Ελληνες του Νότου ήταν και η μαζική επιστροφή των αγγλικών παρασήμων και διπλωμάτων που είχαν απονεμηθεί σε ΄Ελληνες για τη δράση τους κατά τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους. Πρόσωπα που είχαν αποκρύψει και φυγαδεύσει ΄Αγγλους στρατιώτες κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επέστρεφαν τις αγγλικές τιμητικές διακρίσεις, ως ένδειξη «διαμαρτυρίας δια τα λαμβανόμενα εις Κύπρον υπό των εχθρών της Ελλάδος ΄Αγγλων τρομοκρατικά και δολοφονικά μέτρα, κατά των αγωνιζομένων δια την ελευθερίαν των Κυπρίων αδελφών μας». Όπως και για τα άλλα εγκλήματα, έτσι και για τον απαγχονισμό των Καραολή και Δημητρίου, ήταν τόσο μεγάλη η πανελλήνια αγανάκτηση, ώστε ακόμα και ο ίδιος ο ΄Ελληνας Υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ επέστρεψε το αγγλικό παράσημο που του είχε απονεμηθεί για τη δράση του κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στην Αθήνα, μετά τους απαγχονισμούς της 10ης Μαΐου 1956, η οδός στην οποία βρίσκεται το κτήριο της Βρετανικής Πρεσβείας μετονομάστηκε σε «οδό Καραολή και Δημητρίου» (οι Άγγλοι, μέχρι και σήμερα, στην ιστοσελίδα της Πρεσβείας τους στην Αθήνα διατηρούν ακόμα τη διεύθυνση με την παλιά της ονομασία: οδός Πλουτάρχου). Χωρίς υπερβολή, δεν υπάρχει πόλη στην Ελλάδα που να μην έχει ονοματοθετήσει έστω και μια οδό της στη μνήμη των ηρώων μας.

Ο αγώνας του ’55-’59 δεν υπήρξε μόνο αγώνας του Διγενή και των παλικαριών της ΕΟΚΑ, αλλά αγώνας ολοκλήρου του Ελληνισμού.

Ο Αγώνας άσκησε σημαντική επίδραση στην ιδεολογική συγκρότηση των Ελλαδιτών αριστερών της δεκαετίας του 1950, σύμφωνα με ομολογία των ιδίων. Ένα τέτοιο παράδειγμα καταγράφεται από τον Ρ. Ολύμπιο στο άρθρο του «Επιδράσεις του Κυπριακού πάνω στη σκέψη των αγωνιστών της αριστεράς», το οποίο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Τετράδια» των Αθηνών, αρ. 1, Φθινόπωρο 1980, σ. 5-6. «Τα κατορθώματα των αγωνιστών της ΕΟΚΑ,» γράφει ο Ρ. Ολύμπιος, «μας συναρπάζανε, και το μίσος μας ενάντια στους άγγλους αποικιοκράτες- ιμπεριαλιστές φούντωνε. Οι αγώνες της δεκαετίας του 1940 δενόντουσαν ζωντανά, καθημερινά με τον αγώνα για την απελευθέρωση της Κύπρου από τα ίδια με τα δικά μας δεσμά. Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου δεν επέδρασε μόνο πάνω σε μένα, αλλά και σε χιλιάδες συνομηλίκους. Μας πολιτικοποίησε με ένα τρόπο άμεσο – όχι με βάση διηγήσεις για το παρελθόν του τόπου και των κομμάτων του – εντυπωσιακό και βαθύ». 

Σίγουρα η Κύπρος πρέπει να είναι απόλυτα ικανοποιημένη για τη συμβολή των Ελλαδιτών νέων στον κυπριακό απελευθερωτικό αγώνα. Δεν είναι  όμως μόνο η Κύπρος που άντλησε την περίοδο αυτή δύναμη και κουράγιο από τη Μητέρα Πατρίδα. Η ίδια η Ελλάδα οφείλει μέγιστη ευγνωμοσύνη στα παλικάρια και στους μάρτυρες της κυπριακής ελευθερίας, όχι μόνο γιατί πέθαναν με το δικό της όραμα, αλλά και γιατί η θυσία του Αυξεντίου, του Μάτση, του Καραολή, του Δημητρίου και όλων γενικά των ηρώων της ΕΟΚΑ, τόνωσε την πίστη της ελλαδικής νεολαίας στις εθνικές αξίες και στο όραμα της εθνικής ανεξαρτησίας και γαλούχησε μια ολόκληρη γενιά.

Σήμερα η Κύπρος δεν είναι όπως την οραματίστηκαν οι ήρωες και οι μάρτυρες του έπους της ΕΟΚΑ. Εδώ και 43 χρόνια η μισή Κύπρος στενάζει κάτω από την τουρκική κατοχική μπότα. Το χρέος μας απέναντι στους ήρωες και τους μάρτυρες της κυπριακής ελευθερίας είναι να μη λησμονήσουμε τους τάφους των προγόνων και των ηρώων μας, που είναι διάσπαρτοι από τις ακρογιαλιές της Κερύνειας μέχρι τον Απόστολο Ανδρέα, και από τις αμμουδιές της Αμμοχώστου μέχρι τους αρχαίους Σόλους. Τότε μόνο θα μπορέσουμε με ορθό το κεφάλι να αντικρίσουμε στα μάτια τους Καραολή και Δημητρίου και τους άλλους ηρωομάρτυρες της αγχόνης, τον Γρηγόρη Αυξεντίου, τον Κυριάκο Μάτση και όλους τους ένοικους του Κυπριακού Πάνθεου του 1955-1959, όταν η σημαία της ελευθυρίας κυματίσει ξανά στα αγαπημένα μέρη και σημάνει το τέλος της κατοχής.

Οι ήρωες, οι μάρτυρες και οι αγωνιστές του Κυπριακού Ελληνισμού μας καλούν να σταθούμε ορθοί, να ενώσουμε δυνάμεις και να αντλήσουμε θάρρος και υπομονή από τη θυσία τους, μέχρι να ανατείλει ο ήλιος της λευτεριάς και της δικαιοσύνης σε όλη την πολύπαθη Κύπρο μας.

Ας είναι αιωνία η μνήμη των ηρωομαρτύρων της θρυλικής ΕΟΚΑ και των αδελφών Ελλαδιτών που θυσιάστηκαν την 9η Μαΐου του 1956 στους δρόμους των Αθηνών.

Σας ευχαριστώ.»