Όταν η αξία χάθηκε… και γεννήθηκε η απαξίωση!
Ειρήνη- Πασκουαλίτα Κότσιφα, δασκάλα
Ουρές γονιών έξω από τις σχολικές αίθουσες. Είμαι θεατής. Ήρθαν να παραλάβουν τους βαθμούς των παιδιών τους. Μα δεν καταλαβαίνω, κανέναν δεν αναγνωρίζω και αναρωτιέμαι πού βρίσκονταν όλοι αυτοί 4 μήνες τώρα; Τι ακριβώς ήρθαν να παραλάβουν; Ένα χαρτί! Ένα χαρτί που θα κρίνει αν το παιδί τους θα διεκδικήσει ένα χριστουγεννιάτικο δώρο ή μια βάναυση τιμωρία: « Ή θα μου φέρεις δεκάρια σε όλα τα μαθήματα ή ξέχασε το ταξίδι στο Παρίσι!». Συνεχίζω να παρακολουθώ, μα με λυπεί το θέαμα. Τα βλέμματά τους είναι καρφωμένα στο ρολόι: «Πολύ αργούμε! Συγνώμη, επειδή έχουμε και δουλειές, να πάρουμε γρήγορα τον έλεγχο;» Δίκιο έχουν, πάνω από όλα οι δουλειές!
Προχωρώ, μα φωνές με σταματούν σε μια αίθουσα που έχει μετατραπεί σε πεδίο μάχης. Γίνομαι πάλι θεατής, μα αυτή τη φορά στο θέατρο του παραλόγου με πρωταγωνιστές το δάσκαλο, το γονιό και το παιδί. Το βασικό τρίγωνο μέσα από το οποίο, υποτίθεται, πλάθεσαι. Και μου δημιουργείται αυτόματα η απορία: Αυτό το παιδί τι φταίει να βιώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στο σπίτι του και το σχολείο του; «Του ’βαλες ένα 8 και ένα 9;! Στο παιδί μου, στο δικό μου το παιδί; Το ξέρεις; Ποτέ δεν έχει δημιουρ-γήσει πρόβλημα- κοίτα να μάθεις να αξιολογείς σωστά, δε θα αφήσω την ανικανότητά σου να δημιουργήσει ψυχολογικά στο παιδί μου!».
‘Στο δικό μου το παιδί- το ξέρεις;’ Φράση καθόλου αδιάφορη. Άραγε αυτός ο θιγμένος γονιός το ξέρει το δικό του το παιδί; Ένα «γιατί;-τι να φταίει;» γιατί δε ρώτησε; Άραγε ξέρει τις φοβίες του, τα «θέλω» του, τις ανάγκες του, το ρώτησε ποτέ τι το απασχολεί, αν είναι καλά, αν δεν είναι; Ή δεν προλαβαίνει κι αυτός λόγω δουλειάς;! Νοιάζεται, φυσικά και νοιά-ζεται -αυτό φαίνεται. Του παρέχει δώρα, το σταθμεύει σε χώρους που υποτίθεται ότι το ίδιο το παιδί επιθυμεί, το βαράει αν κάνει καμιά αταξία, για να το διαπαιδαγωγήσει σωστά, το διαβάζει όποτε βρει το χρόνο, να και τώρα ανησυχεί μήπως το 9 τού κάνει κακό. Κάτι λείπει, όμως, που δε φαίνεται. Λείπει εκείνο το κομμάτι που το ’φαγε ο χρόνος, που το άρπαξαν τα «δεν προλαβαίνω…»- μια αγκαλιά, μια αληθινή αγκαλιά!
Συμφωνώ, λοιπόν, τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο, γονείς θέλουν! Μάθαμε τώρα και τα ψυχολογικά. Στην ανικανότητά μας να ανταποκρι-θούμε όπως πρέπει, κρυβόμαστε πίσω από μια έννοια, που κάθε άλλο παρά «καραμέλα» είναι. Η υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο! Και έπειτα η άλλη φράση: ‘Του ’βαλες- κοίτα να μάθεις…’ και όχι ‘του βάλατε…’, ένας ενικός που καθόλου φιλικός δεν είναι. Μια στάση εντελώς απαξιωτική, μα κακό δεν κάνει στο δάσκαλο αλλά στο παιδί του. Εκείνο πληγώνεται! Αυτό, άραγε, το γνωρίζει; Πάει κι ο σεβασμός, πάνε όλα- τα πήρε ο έξω από δω! Βλέπεις, έχει κι αυτός πολλά ποδάρια!
Γιατί όμως παραξενευόμαστε τόσο πολύ μπροστά στην ασέβεια και το θράσος που βγάζουν τα σημερινά παιδιά; Γιατί δεν αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας, ενώ τρέμουμε τις συνέπειες των πράξεών μας; Γιατί μένουμε απλοί παρατηρητές στους βανδαλισμούς που καθημερινά βλέπουμε να γίνονται; Ποια ιστορία, ποια παράδοση, ποιες αξίες; Όλα κατεστραμμένα! Και έπειτα η γνωστή ατάκα «Παιδιά το κάνανε…», ειλικρινά λαθεμένη προσέγγιση. «Γονείς το κάνανε!». Δεν είναι καιρός που έπεσε στα χέρια μου ένα σκίτσο. Δύο φωτογραφίες, μια ασπρόμαυρη και μια σύγχρονη. Η ασπρόμαυρη έδειχνε να επιπλήττει ο γονιός το παιδί του, μπροστά στο δάσκαλο, για τη συμπεριφορά του και τους βαθμούς του. Αντίθετα, η έγχρωμη εικόνα απεικόνιζε το γονιό να επιπλήττει το δάσκαλο, μπροστά στο παιδί του, για τη δήθεν αδικία. Τα συμπεράσματα δικά σας. Κάθε εποχή έχει τα καλά της και τα στραβά της- σύμφωνοι- μα το σήμερα με τρομάζει περισσότερο, δεν είμαστε πια άνθρωποι. Έχουμε μετατραπεί σε μοναχικά ρομπότ και σε κάθε μας βήμα εκτοξεύουμε δηλητηριώδη βέλη!
Λυπάμαι γιατί πραγματικά μας απασχολεί το ‘φαίνεσθαι’ κι όχι η ουσία, μας απασχολεί τι θα πει ο Χ και ο Ψ που θα συναντήσουμε στο δρόμο κι όχι να μεγαλώσουμε παιδιά με αξίες, με άποψη, υπεύθυνα, ευαίσθητα, με όνειρα! Θλίβομαι γιατί λείπουν τα όνειρα, αυτά που γεμίζουν με χρώματα τη ζωή σου, αυτά που σε κάνουν να ελπίζεις. Τα πάγωσε η τεχνολογία, τα πάγωσε η λεγόμενη πρόοδος! Και μαζί τους παγώσαμε κι εμείς! Και, ενώ ήμουν ένας απλός θεατής στην όλη παράσταση και εν μέρει ανακουφί-στηκα που μέχρι τώρα δεν έχω βρεθεί να πρωταγωνιστώ σε τέτοιου είδους ιστορίες, δε θέλησα να φύγω, γιατί; Γιατί μάλλον θέλησα να δω την πραγ-ματικότητα. Θέλησα να δω το ‘τι φταίει’- γιατί το παιδί έχει αυτή τη συμπε-ριφορά- εκείνη τη συμπεριφορά στην οποία χρόνια τώρα κάνουμε τα στραβά μάτια. Και είδα. Είδα έναν επαναστάτη, χωρίς να γνωρίζει την αιτία. Μα οι πραγματικοί επαναστάτες ξέρουν!
Και κατάλαβα. Κατάλαβα γιατί τρέχει να προλάβει, γιατί τρέχει να φτάσει, γιατί τρέχει από φόβο, γιατί απλά τρέχει …! Μα και το συνεχές τρέξιμο κάποια στιγμή κουράζει!
Αθήνα, Δεκ. 2009