Αρχιμ. Μεθόδιος Κρητικός: Η ιερά λιτανεία των Αγίων της Ρωσικής Εκκλησίας
Αυτό που κυρίως αντιπροσώπευαν, ήταν ο έρωτας των Ρώσων για τον ταπεινό και πάσχοντα Χριστό, ο σεβασμός του φτωχού και της φτώχειας, η αναζήτηση μιας δικαιοσύνης που δεν είναι του κόσμου τούτου.
Του Σταμάτη Μιχαλακόπουλου / Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας
Ομιλία αφιερωμένη στους αγίους της Ρωσικής Εκκλησίας, πραγματοποίησε ο Αρχιμανδρίτης Μεθόδιος Κρητικός, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, την Πέμπτη 23 Μαρτίου.
Η ομιλία δόθηκε στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ 2017» που διοργανώνει ο Ναός, για 19η συνεχή χρονιά. Αφορμή ήταν η φιλοξενία στο Ναό των Ιερών Λειψάνων των Αγίων Πατέρων της Όπτινα, που μεταφέρθηκαν από την Ιερά Μονή Σαγματά και θα παραμείνουν μέχρι τις 5 Απριλίου.
Οι άγιοι του Θεού, είναι άνθρωποι τους οποίους δόξασε ο Κύριος και τιμώνται από την Εκκλησία μας, σημείωσε στην αρχή της ομιλίας του ο π. Μεθόδιος. Και κάθε μία, από τις διεσπαρμένες στην οικουμένη, τοπικές Εκκλησίες, θεωρεί ως καθήκον και καύχημα να τιμά και να διαφυλάσσει τις μνήμες των εν Χριστώ τελειωθέντων αγίων, τους οποίους ο Θεός δια θαυμαστών σημείων, ανέδειξε.
Η ομιλία λοιπόν ήταν ένα αφιέρωμα στα «νοητά άνθη», όπως τους χαρακτήρισε, τους αγίους που ανεδείχθησαν στην Εκκλησία της Ρωσίας. Την ονόμασε ακόμη, μια ιερά λιτανεία που την επιτελούν βασιλείς, ηγεμόνες, μάρτυρες, ομολογητές, μοναχοί, επίσκοποι, διδάσκαλοι, μετανοημένοι άσωτοι, δια Χριστόν σαλοί και απλοί άνθρωποι του λαού, που τιμήθηκαν από τον Θεό.
«Έζησαν και αγίασαν σε αυτήν την γη που ονομάστηκε αγία Ρωσία. Σε όλο το μήκος της ιστορίας του, αυτό που ενέπνεε τον ρωσικό λαό ήταν η αναζήτηση της βασιλείας του Θεού.»
Πρωτοπόρος στη λιτανεία αυτή, η μεγάλη Δούκισσα του Κιέβου, αγία Όλγα. Προικισμένη από τον Θεό με σπάνια χαρίσματα, ευφυής, επιβλητική και δραστήρια, κυβέρνησε με σοφία και ευσπλαχνία, αλλά και με δυναμισμό.
Η μεταστροφή της στην Ορθοδοξία, δεν φάνηκε να έχει άμεσο αντίκτυπο στον λαό της. Το παράδειγμα της όμως, επέδρασε μυστικά στους Ρώσους οι οποίοι προετοιμάστηκαν να δεχθούν τον χριστιανισμό.
Μετά από αρκετά χρόνια, το έτος 988 μΧ ακολούθησε ο εκχριστιανισμός των Ρώσων, ένα γεγονός που εγγίζει τα όρια του θαύματος. Πρωτεργάτης του μεγάλου αυτού γεγονότος, είναι ο μεγάλος ηγεμόνας του Κιέβου, Βλαδίμηρος, εγγονός της αγίας Όλγας.
Όπως τόνισε ο. π. Μεθόδιος:
«Οι κατηχήσεις της γιαγιάς του, αλλά και της μητέρας του, δεν στάθηκαν ικανές να τον πείσουν να αρνηθεί την ειδωλολατρία. Όταν όμως αργότερα, οι απεσταλμένοι του επισκέφτηκαν στην Κωνσταντινούπολη, το Πατριαρχείο και την Αγία Σοφία, έμειναν έκθαμβοι. Τόσο από το χριστιανικό κάλλος του Ναού, όσο και από τις ακολουθίες που είδαν και άκουσαν μέσα σε αυτόν.»
Ο θαυμασμός της θείας λατρείας, στο Ναό της Αγίας Σοφίας, από μέρους των Ρώσων απεσταλμένων, έπαιξε μεγάλο ρόλο στην θρησκευτικότητα των Ρώσων. Ο Βλαδίμηρος πείστηκε από εκείνη την στιγμή, ότι η δόξα που είδαν φανερωμένη στην θεία Λειτουργία οι απεσταλμένοι του, δεν θα μπορούσε να είναι παρά η λάμψη της αλήθειας. Και έλαβε την απόφαση να γίνει χριστιανός, μαζί με όλον τον λαό του.
Οι Ρώσοι δέχθηκαν τη νέα θρησκεία με ενθουσιασμό. Οι άνθρωποι έδειχναν ότι περίμεναν από πολύ καιρό τον χριστιανισμό.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο π. Μεθόδιος αναφέρθηκε στην ιερά παράταξη των μοναχών. Ο μοναχισμός ήρθε στην Ρωσία από τον Άθωνα. Ο ιδρυτής του, Αντώνιος, γύρω στο 1062, αφού ήρθε από το Άγιο Όρος, ίδρυσε την περίφημη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Ο μοναχισμός γνώρισε μεγάλη εξάπλωση. Στα μέσα του 13ου αιώνα, η Ρωσία είχε στην κατοχή της 70 μοναστήρια.
«Ήρθαν όμως τα δύσκολα χρόνια, όταν το 1240 οι Μογγόλοι Τάταροι κατέστρεψαν το Κίεβο. Άρχιζαν οι μεγάλες δοκιμασίες. Η Ρωσία έμπαινε στην εποχή του πόνου, της σιωπής και της ταπεινώσεως.
Οι Τάταροι όμως δεν κατόρθωσαν να αφανίσουν την Ρωσία. Ο ηγεμόνας του Νόβγκοροντ, άγιος Αλέξανδρος Νιέφσκι θα διαδραματίσει ένα σωτήριο, για το έθνος και την Ορθοδοξία, ρόλο. Διέσωσε το έθνος από τον αφανισμό και τους εισβολείς.»
Η Μογγολική κυριαρχία απώθησε τους Ρώσους προς τα δάση του βορρά. Ο κυριότερος συντελεστής της πνευματικής αλλά και εθνικής ανανεώσεως της χώρας, ήταν ένας φτωχός μοναχός που ζούσε στο βάθος του δάσους. Το όνομα του ήταν Σέργιος και γεννήθηκε το 1313. Με τον καιρό δημιουργήθηκε γύρω του μία κοινότητα που τον ανακήρυξε ηγούμενο της.
Το μικρό μοναστήρι που ιδρύθηκε μέσα στο πυκνό δάσος, έγινε η φημισμένη λαύρα της Αγίας Τριάδος του Αγίου Σεργίου και αυτή η λαύρα είναι σήμερα η έδρα του Πατριαρχείου. Μετά τον θάνατο του Αγίου Σεργίου, η μοναστική ζωή στη Ρωσία γνώρισε μια θαυμαστή εξάπλωση.
Από τα λαϊκά στρώματα, ξεκίνησε αυθόρμητα μια αγιοσύνη παράξενη. Λαϊκή, αναρχική, ασυμβίβαστη. Ήταν η αγιοσύνη των «δια Χριστόν σαλών». Άνθρωποι με καθαρά μάτια, σκληροί στο κρύο, μισόγυμνοι μέσα στο χιόνι, ντυμένοι με αλυσίδες, που προσεύχονταν νύχτες ολόκληρες πάνω στα πλατύσκαλα των Εκκλησιών, κάνοντας τους τρελούς.
«Στην πραγματικότητα ήταν εκούσιοι μάρτυρες που ζητούσαν μέσα από τον πόνο και τον χλευασμό, την απελευθέρωση από τον φόβο και την δουλεία της ανθρώπινης υπολήψεως του κόσμου τούτου. Έδιναν σε κάθε περίπτωση την μαρτυρία της αλήθειας.
Αυτό που κυρίως αντιπροσώπευαν, ήταν ο έρωτας των Ρώσων για τον ταπεινό και πάσχοντα Χριστό, ο σεβασμός του φτωχού και της φτώχειας, η αναζήτηση μιας δικαιοσύνης που δεν είναι του κόσμου τούτου.»
Η περίοδος που ακολούθησε ήταν πολύ δύσκολη. Ο Πέτρος ο Μέγας στάθηκε με λύσσα εναντίον της Εκκλησίας. Κατάργησε το Πατριαρχείο, έκλεισε τα μοναστήρια κι όσα απέμειναν δεν είχαν δικαίωμα να δέχονται δοκίμους.
Σε αυτήν την εποχή, έρχεται ένας άνεμος ελπίδας από το νότο. Ο Ρώσος Στάρετς Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ, γύρω από τον οποίο είχε αναδιοργανωθεί η μοναστική ζωή, συγκροτεί την αδελφότητα του στην Μολδαβία. Εγκαινίασε μια πνευματική αναγέννηση που εξύψωσε την θρησκευτική ζωή της Ρωσίας.
Πολλοί από τους μαθητές του γύρισαν στη Ρωσία μετά τον θάνατο του, και διέδωσαν παντού την καλύτερη παράδοση του ορθοδόξου μοναχισμού.
Δύο μαθητές του, ο Θεόδωρος και ο Κλεόπας, αποτέλεσαν τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον Στάρετς Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και την Ιερά Μονή της Όπτινα. Αυτή η Μονή έγινε περίφημη σε όλη την Ρωσία για την διαδοχική σειρά των εμπνευσμένων Γερόντων της. Οι Στάρετς Λεωνίδας, Μακάριος, Αμβρόσιος, Ιωσήφ, Νεκτάριος και Ανατόλιος, ήταν κάποιοι εξ’ αυτών.
«Ο θεσμός των Γερόντων διαδίδεται σε όλη την Ρωσία. Ο περισσότερο γνωστός υπήρξε ο όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ. Ήταν ζωντανό παράδειγμα της βασιλείας του Θεού και έλαμπε σαν ένα εκλεκτό σκεύος του Αγίου Πνεύματος.
Στο ίδιο πνεύμα και με την ίδια χάρη κινήθηκε και ο π. Ιωάννης της Κροστάνδης, που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σαν ενοριακός ιερέας. Ο άγιος Σεραφείμ και ο π. Ιωάννης υπήρξαν μεγάλοι φάροι των οποίων το φως διαχεόταν σε όλη την χώρα.»
Αναφορά έκανε στη συνέχεια π. Μεθόδιος στους μεγάλους Ρώσους ιεραποστόλους. Όμως, η ενδοξότερη φάλαγγα στη λιτανεία των αγίων της Ρωσίας, είναι η φάλαγγα των νεομαρτύρων της, των ομολογητών της πίστης.
Από την πρώτη ημέρα της Οκτωβριανής επανάστασης, η Ρωσική Εκκλησία μπήκε στο στόχαστρο. Ο Λένιν δεν έκρυβε το μίσος του για την Εκκλησία.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Άρχισε ένας άγριος διωγμός και μια λεηλασία της Εκκλησίας άνευ προηγουμένου. Οι μπολσεβίκοι είχαν σκοπό να υποτάξουν την Εκκλησία για να την εξαφανίσουν από το πρόσωπο της γης. Μόνο το έτος 1922 εκτελέστηκαν 8.100 κληρικοί και μοναχοί.
Κι όμως η Ρωσική Εκκλησία, παρά τις φοβερές διώξεις άντεχε. Γνώρισε μια πρωτοφανή άνθηση στην πίστη.
Ιδιαίτερη μνεία έκανε ο π. Μεθόδιος στον Μητροπολίτη Πετρουπόλεως Βενιαμίν που εκτελέστηκε και τον Άγιο Λουκά Αρχιεπίσκοπο Συμφερουπόλεως και Κριμαίας με τους διωγμούς, τις φυλακίσεις, τις εξορίες και τα μαρτύρια του.
Και κατέληξε τον λόγο του, σημειώνοντας μεταξύ άλλων:
«Αρχιερείς, κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί αποτελούν την ιερά φάλαγγα που κλείνει τη λιτανεία και δέχτηκαν το στεφάνι του μαρτυρίου. Όταν το σοβιετικό καθεστώς της δικτατορίας του προλεταριάτου σωριάστηκε σε ερείπια, αμέσως διαφάνηκε η, καιόμενη σαν ακοίμητη λαμπάδα, πίστη του ρωσικού λαού.
Μια πραγματική αναγέννηση συντελέστηκε που δείχνει τη Χάρη και την δύναμη του Θεού. Η Εκκλησία του Χριστού συνεχίζει στη Ρωσία την πορεία της και μέσα στην οικουμενική Εκκλησία, την υπηρεσία που είναι προορισμένη να προσφέρει.»