Ἐπιφάναι τό πρόσωπον αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καί ἐλεήσαι ἡμᾶς
Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας Ἰωήλ
Εἰς τόν ἑξηκοστόν ἕκτον ψαλμόν τοῦ ψαλτηρίου ὑπάρχει ἕνα κομμάτι ποιητικό πού τό ἔψελναν κατά τήν ὥρα τελετουργικῆς ψαλμωδίας εἰς τόν Ναόν. Τό ἴδιο αὐτό κομμάτι τό διαβάζουμε πολλές φορές κατά τήν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἐν εἴδει εὐχῆς. Δηλαδή· «ὁ Θεός ἄς ἐλεήσει κι ἄς δείξει τό πρόσωπό Του σέ μᾶς».
Σήμερα πού κατά τήν ὡραία παράδοση τῆς ἐκκλησίας μας ζητᾶμε τό ἔλεος καί τήν συγχωρητικότητα ἀπό τόν Θεό, ἐνῶ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά δώσουμε συγγνώμη καί νά συγχωρήσουμε καί τούς ἄλλους, τό κομμάτι αὐτό εἶναι πολύ ἐπίκαιρο.
Τό κομμάτι αὐτό εἶναι ἐπίκαιρο, γιατί τονίζει μιά ἀλήθεια· ὅτι δέν ὑπάρχει κανείς, οὔτε πατέρας, οὔτε μάνα, οὔτε φίλος, οὔτε ἄλλος ἄνθρωπος, πού νά ἀγαπᾶ τόσο πολύ τόν ἄνθρωπο, «ὡς ὁ ποιήσας ἡμᾶς Θεός», ὅπως ὁ Θεός πού μᾶς ἐδημιούργησε. Διότι καί τά ἁμαρτήματα μίας καί μόνης ἡμέρας ἐάν ὑπελόγιζε, τότε γνωρίζουμε καλῶς πόσων κακῶν θά ἤμεθα ὑπεύθυνοι. «Ἐάν ἀνομίας παρατηρήσεις Κύριε, Κύριε, τίς ὑποστήσεται; Ὅτι παρά σοί ὁ ἱλασμός ἐστι». Ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ Του. Τό λέγει ἄλλωστε ὁ Ἰωάννης. Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, ὥστε ἔστειλε τόν Υἱό Του τόν Μονογενῆ καί ἐθυσιάστηκε γιά τήν ζωή τοῦ κόσμου.
Ἐπίσης ὁ Κύριος εἶναι εὐεργέτης ὅλου τοῦ κόσμου. Ἀνατέλει τόν ἥλιο καί γιά τούς πονηρούς καί γιά τούς ἀγαθούς, καί βρέχει καί γιά τούς δικαίους καί γιά τούς ἀδίκους.
Ἡ ἀγάπη βέβαια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ βγαίνει ἔξω ἀπό τά ὅρια τοῦ συμφέροντος, ἔξω ἀπό τά χωράφια τῆς συναλλαγῆς καί τῆς συμβατικῆς κοινωνικῆς εὐπρεπείας. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο καί τό ἔλεός Του δέν διακόπτεται μέ τίποτε. «Τό ἔλεός σου, Κύριε, καταδιώξει με πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου», λέγει ὁ ψαλμωδός.
Τό κομμάτι αὐτό εἶναι ἐπίκαιρο, γιατί μᾶς ὑπενθυμίζει καί μᾶς δείχνει πῶς πρέπει νά ἀγαπήσουμε τούς ἄλλους. Σήμερα στήν ἀκολουθία τῆς ἐκκλησίας μας καλούμεθα νά ὁμοιάσουμε πρός τόν Θεό, ὄχι βέβαια στήν δύναμη, οὔτε στήν σοφία, ἀλλά στήν ἀγαθότητα, δηλαδή στήν ἀγάπη. «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθώς καί ὁ πατήρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί». Καί κανένα πράγμα δέν μᾶς κάνει νά ὁμοιάσουμε μέ τόν Θεό, ὅσο ἡ συγχωρητικότητα πού θά δείξουμε στούς ἐχθρούς μας. Δέν ὑπάρχουν στόν κόσμο στιγμές ἁγιότερες ἀπό αὐτές, ὅταν προσεύχεται καί δέεται ὁ χριστιανός μέ πόνον ψυχῆς, μέ ἀληθινή ἀγάπη ὑπέρ τῶν ἐχθρῶν του. Ὁ οὐρανός τότε χαμηλώνει καί προσκυνεῖ καί ἡ γῆ ὑψώνεται καί φθάνει ἕως τόν οὐρανό. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται υἱός τοῦ Ὑψίστου.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι ὁ Χριστός μᾶς διδάσκει νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας ὄχι μόνον διά πραγμάτων, ἀλλά καί διά ρημάτων. Καί τά λόγια Του ἀκόμη μᾶς δείχνουν ὅτι πρέπει νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας.
Π.χ. ὁ Χριστός μᾶς διδάσκει νά λέμε «Πάτερ ἡμῶν» καί ὄχι «Πάτερ μου». «Δός ἡμῖν τόν ἄρτον τόν ἐπιούσιον». «Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν». Ὅλα τά βάζει εἰς τόν πληθυντικό ἀριθμό, ὥστε ἴχνος ὀργῆς νά μήν ἔχουμε γιά τόν πλησίον μας· «ἔχθραν ἀναιρεῖ, ἀπόνοιαν ἀπομακρύνει, βασκανίαν ἀποδιώκει».
Παραδείγματα τέτοια ἔχουμε πολλά στήν ζωή τῆς ἐκκλησίας μας. Ὁ Κύριος προσευχήθηκε γιά τούς ἐχθρούς του, ὁ Στέφανος τό ἴδιο, ὁ Παῦλος μᾶς προτρέπει νά προσευχώμεθα, καθημερινά ἡ ἐκκλησία μας μᾶς προτρέπει· «’Αγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν». Ἡ ἀγάπη εἶναι τό κορυφαῖον πάντων. «Μαρτυρίου μεῖζον ἡ ἀγάπη». Πάνω ἀπ’ ὅλα εἶναι τοποθετημένη ἡ ἀγάπη, καί ἰδιαίτερα ἡ ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος κάνει μιά ὡραία παρατήρηση. Εἴμαστε μέσα στήν ἐκκλησία καί διατηροῦμε τό μῖσος καί τήν κακία ἐνατίον τῶν ἄλλων. Καί εἶναι ἀλήθεια αὐτό, ἀκόμη καί μέσα στό ὑπερφυέστατο μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πού εἶναι μυστήριο τῆς ἀγάπης, τρέφουμε μῖσος ἐναντίον ἄλλων προσώπων. Σκεφθεῖτε ὅταν βγοῦμε ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία, εἰς τόν εὔριπον τῶν κακῶν δηλαδή εἰς τά σπίτια μας, εἰς τήν ἀγορά, εἰς τάς συναναστροφάς μας πόσο μῖσος καί πόση ἀντιπάθεια θά δείχνουμε στούς ἄλλους (PG 57,283).
Μέ χίλιους δυό τρόπους δείχνουμε τήν ἀντιπάθειά μας στούς ἄλλους. Μέ τήν περιφρόνηση, μέ τά ὑπονοούμενα, μέ κατηγορίες, μέ τό νά σπείρουμε συκοφαντίες πού ἐν γνώσει μας δέν εὐσταθοῦν κ.τ.λ.
Ἔχουμε μάθει νά ἀμνηστεύουμε τόν ἑαυτό μας καί νά κατηγοροῦμε τούς ἄλλους. Καί αὐτές οἱ ὑποτιθέμενες ἀρετές μας εἶναι ἕνα στρογγυλό μηδέν, ὅταν συνοδεύονται ἀπό σκληρότητα καί ἀπόνοια. Τόν φαρισαῖο δέν τόν ὠφέλησε καθόλου ἡ νηστεία, ἀφοῦ τήν εἶχε ἀναμείξει μέ ὑπερηφάνεια καί κατάκριση γιά τόν πλησίον.
Μπορεῖ νά μήν πέσαμε εἰς τό ἁμάρτημα τῆς σαρκικῆς πορνείας, ἐν τούτοις ὅμως πέσαμε εἰς τό βαρύ ἁμάρτημα τῆς κατακρίσεως, τῆς ἐπιθετικότητας καί τοῦ μίσους.
Σήμερα πού ἡ ἐκκλησία ἄνοιξε τό στάδιο τῶν ἀρετῶν καί τῆς ἀσκήσεως, ἄς ζητήσουμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς συγχωρήσει, ἀφοῦ συγχωρήσουμε κι ἐμεῖς τούς ἐχθρούς μας.
«Ὁ Θεός οἰκτιρήσαι ἡμᾶς καί εὐλογήσαι ἡμᾶς, ἐπιφάναι τό πρόσωπον αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καί ἐλεήσαι ἡμᾶς». Ἀμήν.
Πηγή εδώ