Προσδεχόμενοι την Επιφάνειαν της δόξης του Χριστού
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Όταν εορτάζουμε τα μεγάλα γεγονότα της πίστης μας συνήθως βλέπουμε το νόημά τους στο παρελθόν. Τι έγινε, ποιοι ήταν οι πρωταγωνιστές, ποιο είναι το νόημα της γιορτής, τι έχει να πει στον καθένα μας σήμερα. Όμως οι μεγάλες γιορτές έχουν και ένα περιεχόμενο προσδοκίας. Αποτυπώνουν αυτό που η Εκκλησία μας αποκαλεί «εσχατολογικό χρόνο», «χρόνο της αιωνιότητας». Αν έμεναν μόνο στο παρελθόν ή περιορίζονταν στο παρόν της ζωής μας, τότε δε θα μας έδιναν την προοπτική της Βασιλείας του Θεού, την οποία χρειαζόμαστε και η βίωση της οποίας αποτελεί τον τελικό σκοπό της ύπαρξής μας. Κάθε γιορτή είναι προσδοκία της τελικής δόξας του Θεού εν τω προσώπω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Είναι πρόγευση της χαράς την οποία θα ζήσουμε στην Δευτέρα Παρουσία. Είναι σημείο της οριστικής νίκης κατά του θανάτου. Είναι μία υπόδειξη ότι ο παρών χρόνο και κόσμος δεν είναι απλώς μία δοκιμασία που θα μας βγάλει στην αιωνιότητα έτοιμους, αλλά είναι και εμπειρία της αιωνιότητας.
Τι προσδοκούμε οι άνθρωποι στη ζωή μας; Τίποτε λιγότερο από την ευτυχία, την οποία πιστεύουμε ότι δικαιούμαστε και μας αναλογεί. Και η ευτυχία άλλοτε έχει να κάνει με την επίτευξη των στόχων και των ονείρων μας, την πληρότητα και την καταξίωση ενώπιον των ανθρώπων και του εαυτού μας, με τη δημιουργία, την αγάπη, τη γέννηση και την ανατροφή παιδιών, την επαγγελματική αποκατάσταση, ενώ για τον πολιτισμό μας έχει να κάνει με την ικανοποίηση των επιθυμιών μας. Με τις τελευταίες μάλιστα ταυτιζόμαστε! Εξάλλου, ενώ όλα τα ιδεολογικά, οικονομικά και πολιτικά συστήματα του κόσμου υπόσχονται, έστω και μακροπρόθεσμα, την αλλαγή του κόσμου σε μία πραγματικότητα στην οποία όλοι θα έχουν και δικαιώματα, αλλά και μετοχή στα αγαθά που δίνουν την ευτυχία, από την εξουσία μέχρι τα υλικά πράγματα, και όλα τα συστήματα ζητούν από εμάς να κατανοήσουμε ότι λειτουργούν «για το καλό μας», για να κάνουμε υπομονή στις δυσκολίες στις οποίες μας υποβάλλουν, στην ουσία η θεώρησή τους έχει να κάνει με τον παρόντα κόσμο. Ό,τι θα ζήσουμε, έχει να κάνει με το εδώ. Ο θάνατος είναι το κλείσιμο της ευκαιρίας μας για ευτυχία ή ο τερματισμός της, εφόσον τα συστήματα δεν ασχολούνται με την αιωνιότητα. Συνήθως δεν πιστεύουν σ’ αυτήν.
Για την πίστη μας όμως, επειδή είναι ζωντανή η παρουσία του Θεού εν τω προσώπω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, όλα του παρόντος ορώνται στην προοπτική της προσδοκίας της αιωνιότητας. Και μάλιστα, μάς καλεί η πίστη μας να ζούμε «προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού και σωτήρος ημών Ιησού Χριστού» (Τίτ. 2, 13), «περιμένοντας τη μακαριότητα που ελπίζουμε, δηλαδή την εμφάνιση της δόξας του μεγάλου Θεού και σωτήρα μας, του Ιησού Χριστού». Αυτή η εμφάνιση έγινε στον χρόνο που ο Χριστός ήταν επί γης και συνεχίζεται κάθε φορά που γιορτάζουμε τα γεγονότα της ζωής Του, κάθε φορά που κοινωνούμε το σώμα και το αίμα Του, κάθε φορά δηλαδή που ζούμε το μυστήριο της Εκκλησίας, αλλά και θα τελειωθεί πρώτα μετά την έξοδό μας από τον κοσμικό χρόνο, και στη συνέχεια οριστικά και στην απόλυτη πληρότητά της με την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, την προσδοκία της ανάστασης των νεκρών και της ζωής του μέλλοντος αιώνος.
Τύπος της προσδοκίας η γιορτή. Και μία τέτοια η μεγάλη εορτή των Θεοφανείων. Στοιχεία της προσδοκίας πρώτα η φανέρωση της Αγίας Τριάδος. Η βάπτιση του Υιού που αγιάζει τα πάντα, τον κόσμο και τους ανθρώπους. Αν τον αποδεχτούμε, τότε ο αγιασμός καθίσταται ενεργός και για τον καθέναν μας προσωπικά. Η φωνή του Πατρός που επιμαρτυρεί την ταυτότητα του Υιού, την αγάπη που τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος βιώνουν αλληλοπεριχωρούμενα και την οποία καλούμαστε να βιώσουμε προς τον Θεό και προς τον πλησίον μας από τον παρόντα αιώνα και στην πληρότητά της στην αιωνιότητα. Το Πνεύμα με τη μορφή περιστεράς, για να μας δείξει ότι δεν είμαστε μόνοι μας στον αγώνα μας. Υπάρχει η Εκκλησία στην οποία Αυτό αναπαύεται, την οποία συγκροτεί και δια της οποίας μάς προσφέρει τη δυνατότητα να αφήσουμε την αιωνιότητα να αγκαλιάσει κάθε έργο μας, τις καθημερινές μας σχέσεις, τη συλλογική μας προοπτική και, κυρίως, τον εαυτό μας, να βρούμε τον σύνδεσμο της ειρήνης και της ενότητας εντός και εκτός μας, να μη νικιόμαστε από τους λογισμούς του διαχωρισμού και της υπερηφανείας, ούτε από την πείνα για προνόμια, αλλά να διαλέγουμε τη ζωή της προσφοράς και της αυταπάρνησης.
Ταυτόχρονα, υπάρχει και ο Πρόδρομος. Αυτός που μας υποδεικνύει ότι ακόμη κι αν η ζωή μας είναι όπως τη θέλει ο Θεός, ασκητική, προφητική, ανακαινιστική και αφυπνιστική, δεν αρκεί χωρίς την παρουσία του Ερχόμενου και Ισχυρότερου, του οποίου ουδείς είναι ικανός ούτε τους ιμάντες των υποδημάτων Του να λύσει. Ότι για να εκπληρωθεί η ένταξή μας στην κοινωνία της αιωνιότητας δεν αρκούν τα έργα ή η προσωπικότητά μας, αλλά χρειάζεται η προσδοκία της παρουσίας Του. Η νοσταλγία Του και την ίδια στιγμή η προετοιμασία του εαυτού μας με ένταξή του στα αληθινά του όρια. Συνήθως προσδοκούμε τη δική μας δόξα. Ο Πρόδρομος προσδοκά τη δόξα του Θεού δια της παρουσίας του Χριστού. Και είναι έτοιμος να υπακούσει στο θέλημα Αυτού που προσδοκά, δείχνοντάς μας την οδό όχι μόνο της τήρησης των εντολών του Θεού στην πράξη, αλλά και την οδό της κοινωνίας με το Πρόσωπο του Θεανθρώπου, όπως ζούμε στην Εκκλησία.
Υπάρχει, τέλος, και ο κόσμος όπως αποτυπώνεται στον Ιορδάνη. Πορεύεται στην κανονική, τη φυσική ροή του. Δημιουργημένος από τον Θεό, ακολουθώντας τους νόμους που εξασφαλίζουν τη σταθερότητά του, αλλά και υπάρχοντας χωρίς να δείχνει την ανάγκη για Θεό. Μόνος του. Αυτάρκης. Με εμπιστοσύνη στα ρεύματά του. Χωρίς να προσδοκά τίποτε άλλο παρά μόνο τη συνέχειά του. Και εισερχόμενος ο Κύριος στα ύδατά του «εστράφη εις τα οπίσω», μη μπορώντας να αντέξει το πυρ της θεότητος. Τη δύναμη του Θεού. Ανατρέπεται ο ρους του, για να φανεί ότι η παρουσία του Χριστού αλλάζει την ιστορία. Αλλάζει τις ζωές μας. Αλλάζει και τον ίδιο τον κόσμο. Αναταράζει τα πάντα, για να μας αφυπνίσει και να μας δείξει ότι με τον Χριστό όλα ξεκινούν από την αρχή. Ακόμη και οι αμαρτίες μας καθαρίζονται, ενώ η χαρά την οποία λαμβάνουμε μας δίνει την ευκαιρία να ζήσουμε τον τρόπο της Βασιλείας όχι μόνο τη στιγμή της εισόδου μας στην Εκκλησία, αλλά συνεχώς. Και ο αγιασμός, αν το θελήσουμε, γίνεται διαρκής, όπως η αντιστροφή στο ρεύμα του ποταμού.
Αυτά τα στοιχεία βιώνουμε στην Εκκλησία. Αυτός θα είναι και ο τρόπος της αιωνιότητας. Κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό στο πρόσωπο του Χριστού και μεταξύ μας. Αγιασμός αιώνιος. Για να γίνει αυτό χρειάζεται η πρόγευση του παρόντος, με ευθύνη του καθενός μας να παλέψουμε για ειρήνη και ενότητα, με ταπεινό φρόνημα και επίγνωση των ορίων μας, υπακοή στο θέλημα του Θεού δια των εντολών του, ανατροπή του πνεύματος της αυτάρκειας. Και την ίδια στιγμή δίψα για κοινωνία με το Πρόσωπο του Χριστού που μας καθαίρει και μας αγιάζει. Αν αυτός είναι ο τρόπος που γιορτάζουμε, η προσδοκία της αιωνιότητας γίνεται ήδη παρόν. Και ο χρόνος, από εσχατολογικός, γίνεται παροντικός. Στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Στη χαρά της συνάντησης των προσώπων. Στην ομορφιά των παραδόσεων. Πρωτίστως στην μετοχή στο Ποτήριο της Ζωής. Όπου κοινωνούμε τον Επιφανέντα μεγάλο Θεό και σωτήρα μας Ιησού Χριστού, γευόμενοι το ζητούμενο: την ευτυχία της Βασιλείας, η οποία είναι η μόνη οριστική και διαρκής απάντηση και εκπλήρωση του πόθου μας να ευτυχήσουμε!