Η Σκυταλοδρομία της Αιωνιότητας
Ερρίπης Κωνσταντίνος
Ένας γέροντας τρέχει επάνω στη λεωφόρο της ζωής. Σε λίγο φθάνει στο σημείο Ο (μηδέν), εκεί όπου θα συναντήσει ένα νέο παλληκάρι, γεμάτο ζωή. Τρέχει κρατώντας στο δεξί του χέρι μία σκυτάλη και στο αριστερό τη μικρή Ελπίδα. Πίσω του κρέμονται πιασμένοι από τα ρούχα του οι ναυαγοί της ζωής: άρρωστοι, άστεγοι, απάτριδες, βασανισμένοι, διωκώμενοι.
Η παράδοση της σκυτάλης θα είναι αστραπιαία, σε χρόνο μηδέν, στο σημείο μηδέν. Νούμερα και έννοιες πάνω από τις νοητικές δυνατότητες του πεπερασμένου ανθρώπου.
Ο νέος οδηγεί τώρα το άρμα της ανθρωπότητας και τρέχει προς την αιωνιότητα, προς την άπειρη ευθεία. Αυτή όμως ανήκει μόνο στον Θεό, για τους ανθρώπους είναι η καμπύλη, η περιφέρεια του κύκλου. Ο δρόμος τους έχει αρχή και τέλος, η ζωή τους είναι μία περιφορά, μία «έλιξη». Γι’ αυτό και το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο επιζούν το λένε «ηλικία».
Κύκλος είναι η ζωή, ένας θείος χορός στον οποίο βρεθήκαμε όλοι να συμμετέχουμε. Αυτό τον θείο χορό συμβολίζει κατά τήν τέλεση του μυστηρίου του γάμου το «Ησαΐα χόρευε» του ιερέα μετά των νυμφευομένων, αυτόν συμβολίζει και η περιφορά πέριξ της αγίας τραπέζης του επισκόπου μετά των ιερέων και του νεοχειροτονουμένου κατά την τέλεση του μυστηρίου της ιερωσύνης, αυτήν και το κυκλικό θυμίαμα του ιερέως κατά την αρτοκλασία. Τον ίδιο συμβολισμό έχει και ο χορός των δερβίσηδων αλλά και ο κάθε κυκλικός χορός των απανταχού της γης ανθρώπων.
Το πεπερασμένο της ύπαρξής μας εκφράζεται με αυτήν την συνεχή περιστροφήν. Γύρω από ένα σημείο κινούμεθα άπαντες, και η νεκρή φύση και η ζώσα. Πόθος μας μέγας η κατάκτηση της αιωνιότητας, η φυγή από αυτήν την συνεχή περιστροφή και η εκτόξευσή μας προς το άπειρο, που είναι ο Θεός.
Και πόση θανάσιμη επιπολαιότητα! Πόσα πάθη, πόση κακία, πόσες πράξεις άνομες, κακουργηματικές!
Το σημείο μηδέν θα το δούμε σε λίγη ώρα μπροστά μας. Οι επιπόλαιοι θα το προσπεράσουν χωρίς καμμία αίσθηση.
Οι συνετοί θα εναποθέτουν σε αυτό όλα τα πάθη τους, θα πιασθούν από τα φτερά της ελπίδας και θα συνεχίσουν.
Στο ίδιο σημείο θα συναντηθούμε πάλι, όταν θα έχουμε τελέσει τον ετήσιό μας χορό.
Πόσο λίγοι θα έχουν αλλάξει!