Ο Απόστολος της Κυριακής 4 Δεκεμβρίου
(Γαλ. γ´ 23- δ´ 5)
Πρὸ δὲ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. οὐκ ἔνι ᾿Ιουδαῖος οὐδὲ ῞Ελλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ. εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ ᾿Αβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ᾿ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ᾿ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
Ἀπόδοση σέ ἁπλή γλώσσα
Πραγματικά, πρὶν ἔρθει ὁ Χριστός, μᾶς φρουροῦσε ὁ νόμος. ῎Ημασταν φυλακισμένοι, ὥσπου νὰ φανερωθεῖ ὁ μελλοντικὸς σωτήρας μας. ῾Ο νόμος, λοιπόν, ἦταν σκληρὸς παιδονόμος γιὰ μᾶς, ὥσπου ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός, ὁπότε ἡ πίστη μας σ’αὐτὸν μᾶς χάρισε τὴ σωτηρία. Τώρα ὅμως ποὺ ἦρθε ὁ Χριστός, δὲν εἴμαστε πιὰ ὑπόδουλοι στὸν νόμο. Εἶστε, λοιπόν, ὅλοι παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ πιστεύετε στὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό. Κι αὐτό, γιατὶ ὅσοι βαφτιστήκατε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἔχετε ντυθεῖ τὸν Χριστό. Δὲν ὑπάρχει πιὰ ᾿Ιουδαῖος καὶ εἰδωλολάτρης, δὲν ὑπάρχει δοῦλος καὶ ἐλεύθερος, δὲν ὑπάρχει ἄνδρας καὶ γυναίκα· ὅλοι σας εἶστε ἕνας, χάρη στὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό. Κι ἀφοῦ ἀνήκετε στὸν Χριστό, εἶστε ἀπόγονοι τοῦ ᾿Αβραὰμ καὶ κληρονόμοι τῆς ζωῆς, ὅπως τὴν ὑποσχέθηκε ὁ Θεός. Νά τί θέλω νὰ πῶ· ῞Οσον καιρὸ ὁ κληρονόμος εἶναι ἀνήλικος, δὲν διαφέρει σὲ τίποτε ἀπὸ ἕνα δοῦλο. Εἶναι βέβαια ἰδιοκτήτης τῶν πάντων, ἐξαρτᾶται ὅμως ἀπὸ ἐπιτρόπους καὶ διαχειριστές, ὣς τὴν προθεσμία ποὺ καθόρισε ὁ πατέρας. ῎Ετσι κι ἐμεῖς, ὅταν ἤμασταν ἀνήλικοι, ἤμασταν ὑπόδουλοι στὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου. ῞Οταν ὅμως ἔφτασε ἡ ὥρα ποὺ εἶχε καθορίσει ὁ Θεός, ἀπέστειλε τὸν Υἱό του. Γεννήθηκε ἀπὸ μιὰ γυναίκα καὶ ὑποτάχτηκε στὸν νόμο, γιὰ νὰ ἐξαγοράσει αὐτοὺς ποὺ ἦταν ὑπόδουλοι στὸν νόμο, γιὰ νὰ γίνουμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ.