Τα τοπωνύμια του Πειραιά: μικρά διαμάντια της τοπικής ιστορίας
Κάθε ύψωμα, ίσωμα και βαθούλωμα, κάθε στενό και γωνία, εσωτερικό και παράλιο, έχει το ιδιαίτερο όνομά του, την δική του πορεία στους καιρούς, σε σημείο που δεμένο με την καθημερινότητά μας να νιώθουμε έντονη την σχέση ασφάλειας, ηρεμίας, αγάπης και συνύπαρξης.
Του Σταμάτη Μιχαλακόπουλου
Στο Ενοριακό Αρχονταρίκι του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς πραγματοποιήθηκε εκδήλωση με θέμα: Τοπωνύμια και Μικροτοπωνύμια. «Στάσεις» λεωφορείων, στάσεις στην ιστορία της πόλης του Πειραιά», την Παρασκευή 4 Νοεμβρίου.
Η εκδήλωση υλοποιήθηκε σε συνεργασία με την Φιλολογική Στέγη Πειραιώς. Ομιλητές ήταν ο Ερευνητής της ιστορίας του Πειραιά κ. Δημήτριος Κρασονικολάκης και ο Δημοσιογράφος-Συγγραφέας κ. Στέφανος Μίλεσης, πρόεδρος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς.
Η εκδήλωση εντάσσεται στο πλαίσιο του τρίμηνου προγράμματος του Ιερού Ναού με τον γενικό τίτλο «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…»
Δημήτριος Κρασονικολάκης
Η πρώτη εισήγηση από τον κ. Κρασονικολάκη, αποτελούσε ένα νοερό περίπατο στο κέντρο και τις συνοικίες του Πειραιά.
Βλέπουμε έτσι τα έργα εκείνων που τον έχτισαν, απολαμβάνουμε τις χάρες, τις ανέσεις, τις προσφερόμενες υπηρεσίες του, ενώ παραπονιόμαστε για κάθε στραβό και ενοχλητικό.
Όπως επιτρέπει το φυσικό περιβάλλον, γύρω μας ξετυλίγονται ευθείς δρόμοι, πολλοί ανηφορικοί, άλλοι με στροφές, πότε – πότε αδιέξοδοι ή διακοπτόμενοι με σκαλάκια, μικρές νησίδες πράσινου, που σχηματίζουν με τα πεζοδρόμιά τους τα χτισμένα οικοδομικά τετράγωνα και τις πλατείες.
Όμως εκτός από την οπτική παρουσία αποτυπωμένη στις κατασκευές που ξεχωρίζουν τον Πειραιά από τις άλλες πόλεις, ο τόπος σφραγίζεται δυνατά με την πνευματική, δυνατή και διαχρονική αίσθηση των ανθρώπων που τον κατοικούν.
Κάθε ύψωμα, ίσωμα και βαθούλωμα, κάθε στενό και γωνία, εσωτερικό και παράλιο, έχει το ιδιαίτερο όνομά του, την δική του πορεία στους καιρούς, σε σημείο που δεμένο με την καθημερινότητά μας νιώθουμε έντονη την σχέση ασφάλειας, ηρεμίας, αγάπης και συνύπαρξης.
Ο κ. Κρασονικολάκης χαρακτήρισε τα τοπωνύμια του Πειραιά «μικρά διαμάντια της τοπικής ιστορίας». Τα βιβλία που αναφέρονται σε εκείνα είναι ελάχιστα, κάποια βρίσκονται ανακατεμένα με τα αθηναϊκά κι άλλα σκόρπια ή συνοπτικά σε άρθρα περιοδικών κι εφημερίδων.
Μάλιστα σημείωσε:
«Αν είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε τα τοπωνύμια σε κατηγορίες προέλευσής τους, ευκολότερη φαίνεται να είναι η προσπάθεια να τα κατατάξουμε χρονολογικά ή σύμφωνα με την σημασία τους αφού μας το επιτρέπει αρκετά η καταγραφή τους σε δημόσια και ιδιωτικά έγγραφα, σε συμβολαιογραφικές πράξεις και συμφωνητικά, στα περιηγητικά βιβλία, στους χάρτες, στα στρατιωτικά κείμενα των επαναστατικών χρόνων, στους μετέπειτα τουριστικούς ή χρηστικούς οδηγούς, στις αναμνήσεις κι απομνημονεύματα, στο πλήθος των διαφόρων καταχωρίσεων σε διάφορα άλλα έντυπα αλλά και στην προφορική, ζωντανή γλώσσα μας.»
Στη συνέχεια ανέφερε μια σειρά από τοπωνύμια προερχόμενα από την αρχαία εποχή, από τα μεσαιωνικά χρόνια και της επανάστασης, από τον 19ο αιώνα αλλά και τις αρχές του 20ου.
Στην δεκαετία του ᾽20 μέχρι τώρα, με το κύμα των προσφύγων είχαμε τους οργανωμένους συνοικισμούς στα περίχωρα του Πειραιά που άφησαν τα δικά τους ιδιαίτερα τοπωνύμια, ενώ τοπωνύμια «γέννησαν» και οι εκτεταμένες παρεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον ειδικά στις παραλίες.
Αντίθετα, τα συμβόλαια των αγοραπωλησιών οικοπέδων και κατοικιών περιγράφουν με χαλαρή ακρίβεια την αρχική θέση των τοπωνυμίων στον οδικό χάρτη, καμιά φορά με αλλοιωμένη προφορά, ενώ πολλές διευθύνσεις έχουν από σύγχυση λόγω γειτονίας των τοπωνυμίων περισσότερο από μία ονομασίες θέσης.
Τα σωζόμενα από τους αρχαίους συγγραφείς και τις επιγραφές ονόματα βουνών, λιμανιών, εγκαταστάσεων κτηρίων και τόπων της πόλης πονοκεφάλιασαν πολλούς λόγιους του 19ου αιώνα. Με βάσει τα δεδομένα και τα λογικά συμπεράσματα έδιναν την προσωπική τους ερμηνεία που καμιά φορά ανασκεύαζαν οι ίδιοι στα μετέπειτα χρόνια.
Η μανία επίσης των «ειδικών» για την αποκατάσταση των αρχαίων ονομάτων στα ήδη υπάρχοντα μεσαιωνικά και νεότερα (φτιαγμένα από τον λαό που θεωρούμενα ως κακόηχα δεν άρεσαν στους καθαρευουσιάνους καθηγητές κάποιων σχολών) έσβησε από το στόμα και την μνήμη του κόσμου πολλές από τις ονομασίες.
Στην μεγάλη πλέον πόλη κρατήθηκαν τα τοπωνύμια των συνοικιών ενώ κέντρα αναφοράς έγιναν οι ναοί, οι πλατείες, οι δρόμοι, τα δημόσια κτίρια και μνημεία, τα λιμάνια, τα καταστήματα και οι στάσεις, οτιδήποτε που μπορεί να διευκολύνει την κατανόηση στη συνομιλία για τον προσδιορισμό κάποιας συγκεκριμένης θέσης.
Στέφανος Μίλεσης
Στην συνέχεια ο κ. Στέφανος Μίλεσης, πρόεδρος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς ανέλυσε την σημασία μερικών από εκείνα τα μικρά – περιορισμένης εμβέλειας αλλά σπουδαία για την κατανόηση της πειραϊκής ιστορίας – μικροτοπωνύμια των στάσεων λεωφορείων.
Όπως τόνισε αρχικά, υπάρχουν για κάθε τοπωνύμιο δύο εκδοχές. Η μία εκδοχή είναι η δημώδης ονομασία, δηλαδή αυτή που ο λαός μας πιστεύει ότι έτσι προήλθε το όνομα.
Και υπάρχει και η ονομασία, η οποία με βάση την έρευνα σε πηγές, έχει περισσότερες πιθανότητες να ισχύει.
Όμως σε κάθε περίπτωση, αυτό που επικρατεί είναι η δημώδης ονομασία ενός τοπωνυμίου και όχι η ονομασία την οποία θα έπρεπε να γνωρίζουμε.
Εκτός από τα μεγάλα, απλωμένα σε αρκετή έκταση τοπωνύμια, ο κόσμος για εξυπηρέτησή του έχει ονομάσει με ξεχωριστά επίθετα τις στάσεις των λεωφορείων.
Ειδικότερα:
«Τα ονόματά τους πάρθηκαν από τους δρόμους ή τις πλατείες που διασχίζουν ή προσεγγίζουν, από το τοπωνύμιο της περιοχής που περνούν, από δημόσια ή βιομηχανικά κτήρια, από τους ιερούς ναούς, από ονόματα παλαιών ταβερνών, ψαροταβέρνων, φούρνων, μαγαζιών, από τα ονόματα κινηματογράφων, από το φυσικό περιβάλλον και την διαρρύθμιση του χώρου, από τον φυτικό διάκοσμο, από επώνυμα κατοίκων που διέμεναν ή είχαν καταστήματα.
Πολλές στάσεις έπαψαν να ανταποκρίνονται στον αρχικό τους προορισμό. Ενώ δηλαδή βαφτίστηκαν από ένα γεγονός, εκείνο πλέον απουσιάζει από τον περίγυρο. Ενώ άλλες πάλι στάσεις μετονομάστηκαν.»
Με βάση τα παραπάνω, ο κ. Μίλεσης έκανε στη συνέχεια μια εκτεταμένη παρουσίαση των στάσεων των λεωφορείων και των αντίστοιχων μικροτοπωνυμίων, προβάλλοντας σχετικό οπτικό υλικό.