Καρποφορούν με υπομονή
Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Ένα από τα χαρακτηριστικά συνθήματα της εποχής μας είναι το «εδώ και τώρα». «Εδώ και τώρα» η χαρά. Η επιτυχία. Η αποδοχή του προσώπου μας για σχέση. Η αναγνώριση της αξίας του κόπου μας. Αν τα αποτελέσματα δεν είναι άμεσα και δεν είναι όπως τα θέλουμε, τότε ο κόπος μας είναι σα να μην έγινε. Το βλέπουμε ιδιαίτερα στον αθλητισμό. Στην πολιτική. Στην οικονομία. Σε κάθε επιδίωξή μας. Ακόμη και όταν ασθενούμε και στην πιο ελαφριά ασθένεια, θέλουμε άμεση αποθεραπεία. Η ανυπομονησία είναι σημάδι της ανάγκης μας η ζωή με ταχύτητα να ανταποκρίνεται στα θέλω μας. Το να περιμένουμε προϋποθέτει στρατηγική και σχεδιασμό. Κάποτε είναι σημάδια παθητικότητας και μοιρολατρίας. Γι’ αυτό και ζητούμε άμεση απάντηση στα όσα θέλουμε και όσα ονειρευόμαστε. Γι’ αυτό και απογοητευόμαστε εύκολα, με αποτέλεσμα να μην αισθανόμαστε χαρά, ιδίως όταν ο στόχος μας εκπληρώνεται εν μέρει.
Το «εδώ και τώρα» εκφράζει τη δίψα μας για το απόλυτο. Για την τελειότητα. Το ανικανοποίητο εάν το θέλημά μας δεν εκπληρώνεται. Οι περισσότεροι δύσκολα συμβιβαζόμαστε με κάτι λιγότερο από το παν. Αυτό όμως δεν μεταφέρεται εύκολα στην πνευματική ζωή. Εκεί είμαστε ευχαριστημένοι με το λίγο. Με τη συνήθεια. Με την τυπικότητα. Πάντοτε έχουμε εμπιστοσύνη στον Θεό ότι δε θα μας το καταλογίσει. Μολονότι ο λόγος της «Αποκαλύψεως» είναι σκληρός: «οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός. όφελον ψυχρός ης ή ζεστός. ούτως ότι χλιαρός ει, και ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου» (Αποκ. 3, 15-16) «Ξέρω καλά τα έργα σου: δεν είσαι ούτε κρύος ούτε ζεστός. Μακάρι να ήσουν κρύος ή ζεστός! Επειδή όμως δεν είσαι ούτε κρύος ούτε ζεστός, αλλά χλιαρός, γι’ αυτό θα σε αποβάλω ως εμετό από το στόμα μου». Εμείς όμως προχωρούμε στη ζωή μας έχοντας την εντύπωση ότι ο χρόνος είναι απέραντος. Ότι το λίγο αρκεί. Όπως το μάθαμε. Και επειδή κάποτε συγκρίνουμε τον εαυτό μας με άλλους ανθρώπους, αισθανόμαστε ότι είμαστε καλά.
Σε μία από τις πιο όμορφες παραβολές της Καινής Διαθήκης ο Χριστός μιλά για την πνευματική ζωή ως αποτέλεσμα της σποράς που ο Ίδιος και η Εκκλησία κάνουν στον κόσμο. Αφού περιγράψει κατηγορίες ανθρώπων, στους οποίους η καρποφορία του σπόρου δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί λόγω της επέμβασης του διαβόλου, λόγω της απουσίας πνευματικού βάθους στις καρδιές, λόγω των βιοτικών και άλλων μεριμνών, αναφέρεται σε εκείνους που οι καρδιές τους είναι γη αγαθή. Αυτοί, όπως λέει ο Χριστός, «εν καρδία καλή καγαθή ακούσαντες τον λόγον κατέχουσι και καρποφορούσιν εν υπομονή» (Λουκ. 8, 15). Είναι «όσοι άκουσαν τον λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Ο λόγος αυτός ουσιαστικά μας δείχνει τη στάση την οποία καλούμαστε να δείξουμε και στην πνευματική μας ζωή, αλλά και στην καθημερινότητα της ζωής. Το τρίπτυχο που είναι απαραίτητο για να έχει η ζωή μας νόημα.
«Ακούσαντες εν καρδία καλή και αγαθή τον λόγον». Πρωτίστως καλούμαστε να ακούμε. Να έχουμε τα αυτιά του σώματος και της ψυχής ανοιχτά. Να μην είμαστε δηλαδή στραμμένοι μονόπλευρα προς τον εαυτό μας. Να μην είναι η δική μας σκέψη, το «εγώ» μας το μοναδικό κριτήριο για να καθορίσουμε τους στόχους και τα όνειρά μας, όπως επίσης και να διαμορφώσουμε τις σχέσεις μας με τους άλλους. Ακούω σημαίνει ότι έχω την ψυχή μου ανοιχτή στον κόσμο, τους άλλους, την πραγματικότητα, για να μπορέσω να σταθμίσω τις δυνατότητές μου και την ίδια στιγμή να πάρω τις αποφάσεις μου σχετικά με το τι αληθινά με εκφράζει και τι μπορώ να κάνω.
Αν αυτό είναι απαραίτητο στην καθημερινότητα της ζωής, είναι ακόμη πιο αναγκαίο στην πνευματική ζωή. Δεν είμαστε αυθεντίες. Επειδή μεγαλώσαμε σε ένα περιβάλλον που μας ενέπνευσε ή μας έδωσε αρχές και αξίες δε συνεπάγεται ότι είμαστε αυτάρκεις. Αυτός που ακούει, υπερβαίνει την αυτάρκειά του. Έχει να διδαχθεί. Και αυτός που ακούει έχει ταπεινή καρδιά, δηλαδή καλή και αγαθή. Διότι η ταπείνωση φαίνεται στη δεκτικότητα. Στην απόφαση να ωφεληθούμε από τον καλό, τον πνευματικό λόγο, είτε αυτός είναι βαθύς είτε απλοϊκός. «Τα ξέρουμε». Αυτή η φράση είναι η παγίδα. Αυτός που τα ξέρει, δεν έχει καλή και αγαθή καρδιά, διότι εκ των προτέρων δεν είναι δεκτικός σε τίποτε και κανέναν. Και η πνευματική ζωή δεν προχωρά, χωρίς να ακούμε από κάθε δυνατή πηγή λόγου. Κυρίως από τους πνευματικούς μας πατέρες.
«Τον λόγον κατέχουσι». Αυτή είναι η δεύτερη προϋπόθεση. Τον λόγο, τη συμβουλή, την θέαση της πραγματικότητας μέσω και των άλλων να κρατάμε στην καρδιά μας, εντός μας. Κρατώ σημαίνει δίνω χρόνο, για να φανεί τι και πόσο αξίζει. Προετοιμάζω τον εαυτό μου για να υλοποιήσει αυτό που έχω μέσα μου, όχι στη λογική του «εδώ και τώρα», αλλά στη λογική του «εργάζομαι και βλέπω». Δοκιμάζω τον εαυτό μου αν μπορεί να σηκώσει τον σταυρό του σχεδίου, του προσανατολισμού, του στόχου και την ίδια στιγμή αφήνω τον χρόνο να δείξει οι άλλοι πώς βλέπουν και τι θέλουν από το δικό μου όνειρο. Το δικό μου θέλημα.
Κι αυτό χρειάζεται και στην πνευματική ζωή. Μόνο που εδώ υπάρχουν δύο δρόμοι. Ο ένας έχει να κάνει με την απόρριψη των λογισμών της κακίας, η οποία μπορεί να γίνει άμεσα σ’ αυτούς που είναι αποφασισμένοι και ο άλλος έχει να κάνει με τους καλούς λογισμούς, αυτούς που οδηγούν στην αρετή και την πνευματική προκοπή. Είναι εύκολο να διατηρούμε κακούς λογισμούς στην καρδιά μας, διότι αυτοί μας αυτοδικαιώνουν και μας οδηγούν στην προοπτική εμείς να θέλουμε να είμαστε οι γνώστες. Το δύσκολο είναι να τους μετατρέπουμε σε λογισμούς εμπιστοσύνης στον Θεό και το θέλημά Του. Να κρατάμε αυτή την εμπιστοσύνη στην καρδιά μας και να αφήνουμε τον Θεό να φανερώσει τι θα μας ωφελήσει και τι όχι, καθώς χωρίς Εκείνον τίποτε δεν μπορούμε να κάνουμε. Η βιασύνη καταστρέφει. Μας κάνει να κατακρίνουμε, να απορρίπτουμε, να μην αγαπούμε. Το να κατέχουμε την αλήθεια των λόγων του Ευαγγελίου στον λογισμό μας, μάς κάνει να ωριμάζουμε και να βλέπουμε τι είναι αληθινό σ’ αυτό που αρχικά φαίνεται έτσι. Η πνευματική ζωή θέλει διάρκεια.
«Καρποφορούσιν εν υπομονή». Αυτή είναι η τρίτη προϋπόθεση. Η καρποφορία θέλει υπομονή. Θέλει να βλέπουμε το δάσος και όχι μόνο το δέντρο. Τη ζωή στην προοπτική της αιωνιότητας και όχι μόνο του παρόντος. Η υπομονή χρειάζεται θυσία. Έχει ανάγκη από ήττες, διότι μόνο έτσι δοκιμάζονται οι αντοχές μας και χαλυβδωνόμαστε, πειθόμαστε ότι αξίζει ο στόχος μας. Ό,τι δίδεται άμεσα πιθανότατα θα μας καταστήσει αμήχανους πώς να το διατηρήσουμε, διότι ο στόχος μας θα εξαντληθεί στην κατάκτησή του. Μέσα από την υπομονή ποθούμε αληθινά και χαιρόμαστε, διότι ο κόπος δικαιώνεται και η γινόμαστε αληθινά σοφοί, καθώς γνωρίζουμε το ταξίδι και τις στάσεις του.
Το ίδιο συμβαίνει και στην πνευματική ζωή. Η καρποφορία έρχεται στην υπομονή διότι η υπομονή μας δείχνει τα όρια μας, την ανάγκη για ταπείνωση, αλλά και μετάνοια για τα λάθη και τα πάθη μας. Η υπομονή μας αγιάζει, διότι μας κάνει να στρεφόμαστε προς τον Θεό και όχι να κάνουμε θεό τον εαυτό μας και τις δυνάμεις μας. Ακόμη κι αν αισθανόμαστε μοναξιά και εγκατάλειψη, η υπομονή ομορφαίνει τον χρόνο, διότι κάνει την προσδοκία επιμονή. Και την ίδια στιγμή η αγάπη προς τον Θεό και η εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν, ακόμη κι αν φαίνεται ήττα του εγώ μας, μάς δείχνει ότι έχουμε έναν άλλο προορισμό. Να ζήσουμε τη χαρά της βασιλείας του Θεού, το μυστήριο της αλλαγής μας από αυτάρκεις σε τέκνα Θεού.
Ο χριστιανός δεν πορεύεται στον πειρασμό του «εδώ και τώρα». Ακούει, κρατά και με υπομονή καρποφορεί. Έχει μεγάλη σημασία όχι να αφήσουμε τα πάντα στον χρόνο, αλλά να εργαστούμε με επίγνωση ότι ο Θεός βλέπει την καρδιά μας και τη διάθεσή μας και θα μας δώσει τη βοήθεια που χρειάζεται ώστε κάθε προσπάθειά μας που είναι σύμφωνη με το θέλημά Του να δώσει καρπούς. Στον αγώνα κρινόμαστε. Στο πόσο βαθιά σκάβουμε. Και στο αν παραιτούμαστε από την αυτάρκεια της άμεσης και με κάθε μέσο επιτυχίας, χάριν της εμπιστοσύνης και της αγάπης.